Ας ξεκινήσουμε με τα εύκολα: το Dark Souls Remastered είναι μια πολύ ευπρόσδεκτη επανέκδοση που κάνει ακριβώς αυτό που γράφει στο κουτί: είναι ένα remaster και όχι ένα remake στο στυλ του Shadow of the Colossus. Αυτό σημαίνει ότι οι βελτιώσεις είναι μόνο τεχνικές, χωρίς ουσιαστικές παρεμβάσεις στη φύση του τίτλου. Όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση, αυτές είναι και οι μοναδικές βελτιώσεις που χρειάζεται. Γιατί το Dark Souls είναι ένας τίτλος που του αξίζει να μείνει διαχρονικός, ένας τίτλος κλασικός με όλη την έννοια της λέξης, βάσει του οποίου κρίνονται και θα κρίνονται πολλοί νεότεροι.
Αυτό το κείμενο δεν θα είναι ένα κανονικό review, όπως έχετε συνηθίσει από το byteme. Δεν υπάρχει λόγος, άλλωστε, καθώς είχαμε ανεβάσει κριτική για την αρχική έκδοση του παιχνιδιού από το 2011. Αν δεν έχετε ασχοληθεί ποτέ με το Dark Souls ή με κάποιο άλλο από τα ζοφερά action RPG της From Software, καλά θα κάνετε να ξεκινήσετε από εκεί. Εδώ θα εξετάσουμε πιο αναλυτικά τις τεχνικές βελτιώσεις που έγιναν στο παιχνίδι και θα ρίξουμε μια αναδρομική ματιά στο πώς στέκεται σήμερα ως κυκλοφορία.
Ξεκινώντας από τον τεχνικό τομέα, σύμφωνα με τις αναλύσεις του Digital Foundry, το παιχνίδι τρέχει σε ανάλυση 1080p σε PS4 και Xbox One με στόχο τα 60 καρέ το δευτερόλεπτο, στόχο που πετυχαίνει σε γενικές γραμμές (ναι, ακόμα και στην βυθισμένη στα τοξικά αέρια Blighttown!), αλλά με σημαντικές πτώσεις σε ορισμένες μάχες με bosses, ιδιαίτερα στη Sif. Στις αναβαθμισμένες κονσόλες, το παιχνίδι τρέχει σε ανάλυση 1800p με στόχο τα 60 καρέ το δευτερόλεπτο. Εδώ ο στόχος επιτυγχάνεται πολύ πιο σταθερά, με μηδαμινές πτώσεις στο Xbox One X και ελάχιστα σημεία που πέφτει κάτω από τα 50 στο PS4 Pro (ναι, πάλι στη Sif). Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι στις αναβαθμισμένες κονσόλες έχουν γίνει κάποιες αλλαγές/περικοπές στα γραφικά, χωρίς κάποιον προφανή λόγο. Για παράδειγμα, έχει αφαιρεθεί εντελώς το εφέ του lens flare, ενώ σε ορισμένες σκηνές που κάποτε υπήρχε ορατό φεγγάρι, τώρα το φεγγάρι έχει εξαφανιστεί. Θα μπορούσε κανείς να βγάλει το συμπέρασμα ότι αυτό έχει συμβεί για λόγους εξοικονόμησης ισχύος ώστε να επιτευχθεί ο στόχος των 60 fps, αλλά το ίδιο θέμα υπάρχει και στο PC (μαζί με κάποια επιπλέον θέματα σε ορισμένες υφές), επομένως μάλλον δεν έχει να κάνει με εξοικονόμηση πόρων, αλλά με κάποιο bug.
Πέρα από τους αριθμούς και τις μετρήσεις, οι προσωπικές μου εντυπώσεις με γυμνό μάτι είναι θετικές έως πολύ θετικές. Βέβαια, δεν είχα ασχοληθεί ποτέ με το mod του PC που είχε φέρει πολλές από αυτές τις βελτιώσεις στην προηγούμενη έκδοση του παιχνιδιού, επομένως έχω ακόμα χαραγμένη στο μυαλό μου την έκδοση για το PS3 και το X360. Με αυτό το μέτρο σύγκρισης, μιλάμε για έναν διαφορετικό τίτλο. Τα 60 καρέ το δευτερόλεπτο κάνουν τα πάντα πιο ομαλά, αλλά προπαντός πιο ξεκάθαρα όταν προσπαθείς να δεις τι λάθος έκανες σε μια μάχη ώστε να το αποφύγεις στη συνέχεια. Οι νέες υφές και – φυσικά – η ανάλυση αποκαλύπτουν νέες λεπτομέρειες που χάνονταν στην προηγούμενη γενιά, όπου η ανάλυση έπεφτε και κάτω από τα 720p για να διατηρήσει ένα αποδεκτό frame rate στα δύσκολα σημεία. Αυτό που εκπλήσσει περισσότερο απ’ όλα, πάντως, είναι πόσο εύκολα σηκώνει το βάρος της υπερυψηλής ανάλυσης και λεπτομέρειας ο καλλιτεχνικός σχεδιασμός ενός τίτλου του 2011.
.
Άλλωστε, όπως ξέρουν όλοι οι φίλοι των Souls, η λεπτομέρεια κυριαρχεί σε αυτά τα παιχνίδια. Η αίσθηση του χώρου και μιας πλασματικής μεν, αλλά πειστικής ιστορικότητας είναι τόσο στιβαρή που εμποτίζει ολόκληρη την εμπειρία του παιχνιδιού. Πέρα όμως από την ατμόσφαιρα και τη μυστηριακή αφήγηση που βασίζεται σχεδόν εξολοκλήρου στην εξερεύνηση και την παρατηρητικότητα, το Dark Souls ήταν ένα θαύμα σχεδιασμού που ίσως δεν είχαμε συνειδητοποιήσει την πρώτη φορά που το ζήσαμε. Ολόκληρο το βασίλειο του Lordran, αλλά ιδιαίτερα ο κεντρικός κόμβος του Firelink Shrine είναι ένα εκπληκτικά περίτεχνο δημιούργημα που αναδιπλώνεται σε κάθε πιθανή κατεύθυνση, αποκαλύπτοντας νέες διαστάσεις κάθε φορά και συνδέοντας μεταξύ τους εντελώς διαφορετικές τοποθεσίες με απολύτως οργανικό τρόπο. Για την ακρίβεια, παρά τα βήματα προόδου που έγιναν στο gameplay στα επόμενα παιχνίδια της σειράς, ιδιαίτερα στο Dark Souls III, κανένα από αυτά δεν πέτυχε την ίδια οργανική εναλλαγή τοπίων και συνθηκών, με την πιθανή εξαίρεση του Bloodborne. Κατά την προσωπική μου άποψη, πρόκειται για έναν κόσμο που του αξίζει να αναφέρεται δίπλα στους μεγαλύτερους θριάμβους του gaming, είτε πρόκειται για τη Vice City του GTA, τη City 17 του Half Life 2, το Water Temple του Ocarina of Time, τον δακτύλιο του Halo.
Υπάρχουν, βέβαια, κάποια σημεία που ο τίτλος δείχνει την ηλικία του, τόσο τεχνικά όσο και από πλευράς σχεδιασμού/gameplay, αλλά δεν επηρεάζουν ιδιαίτερα τη συνολική εμπειρία. Πόσο μάλλον όταν αυτή η συνολική εμπειρία συνοδεύεται πλέον από dedicated servers για πιο ομαλό online PvP, πιο εύκολη δικτύωση μεταξύ παικτών (πάλι απαιτείται χρήση κωδικού, όπως στο DSIII, αλλά τι να κάνεις, έτσι λειτουργεί η From) και νέα online covenants.
Κλείνοντας, το Dark Souls Remastered είναι ένας τίτλος που θα μπορούσε να περάσει και για καινούριος και πραγματικά ζηλεύω όποιον θα τον δοκιμάσει για πρώτη φορά σε αυτήν τη μορφή. Δεν προσφέρει πλέον την πιο πλούσια εμπειρία ή το καλύτερο gameplay της σειράς (θα πρέπει να προτιμήσετε τα Bloodborne και DSIII αν αυτό είναι που θέλετε), αλλά είναι ένα κομμάτι της ιστορίας των βιντεοπαιχνιδιών που εξακολουθεί να είναι σχεδόν το ίδιο φρέσκο σήμερα, όπως και τότε. Μην χάσετε την ευκαιρία να το προσθέσετε στη συλλογή σας.
Η έκδοση για το Switch
Έχω πει πολλές φορές ότι θεωρώ το Dark Souls έναν από τους καλύτερους τίτλους όλων των εποχών. Όχι μόνο αυτό, αλλά πιστεύω ότι είναι ένας τίτλος κατάλληλος για όλους τους λάτρεις των RPG και του dark fantasy, παρά τα όσα λέγονται και γράφονται. Δεν είναι μόνο η γοητεία του Firelink Shrine και των μικρόκοσμων που το περιβάλλουν, αλλά και το ίδιο το gameplay δεν είναι τόσο «hardcore» όσο προβάλλεται εδώ κι εκεί. Δηλαδή είναι, αλλά, αν το καλοσκεφτεί κανείς, η αποτυχία δεν έχει πραγματικό κόστος. Εντάξει, θα πρέπει να επιστρέψεις στο σημείο που έχασες, οι εχθροί θα έχουν ξαναβγεί, τα bosses σκοτώνουν με 2-3 χτυπήματα, αλλά κάθε φορά που κάνεις αυτήν τη διαδρομή έχεις γίνει ήδη καλύτερος. Ναι, έχει διαβολικές παγίδες και ενέδρες, όπως και μυστικά που είναι σχεδόν απίθανο να ανακαλύψει κανείς σε 1-2 playthrough χωρίς να ανατρέξει σε κάποιο wiki.Έχει όμως και co-op, καθώς και το πιο απολαυστικό grinding που έχει γίνει ποτέ, αφού ακόμα και οι πιο βασικοί εχθροί θέλουν προσοχή και τακτική προσέγγιση.
Όμως η παρουσία του Dark Souls στο Switch έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από μια οποιαδήποτε άλλη επανακυκλοφορία στο υβριδικό σύστημα της Nintendo. Δεν είναι μόνο ότι το Switch αποκτά έναν από τους καλύτερους τίτλους όλων των εποχών, έστω και αν είναι παλιός. Ακόμη πιο σημαντικό για εμένα προσωπικά είναι ότι το Dark Souls Remastered εγκαινιάζει μια νέα εποχή για τη μοναδική φορητή κονσόλα αυτής της γενιάς. Έως τώρα, ο βασικός λόγος για να αποκτήσει κανείς το Switch ήταν επειδή ήθελε τις μεγάλες αποκλειστικές κυκλοφορίες της Nintendo ή επειδή προτιμά να παίζει τα πιο επιθυμητά indie με την άνεση μιας φορητής πλατφόρμας. Όμως, τίτλοι όπως το Dark Souls και το Diablo III: Eternal Collection, αν και δεν αποτελούν πλέον system seller σε καμία περίπτωση, έχουν το ειδικό βάρος που ίσως προσελκύσει κάποιον παίκτη που δεν ανήκει ακριβώς στις δύο παραπάνω κατηγορίες. Δείτε ως ένα τρίτο μονοπάτι για την απόκτηση ενός Switch και πιστεύω ότι θα κάνει καλό στο σύστημα.
Ας περάσουμε όμως και στο ίδιο το παιχνίδι. Πολλές λεπτομέρειες δεν χρειάζονται, καθώς έχουμε καλύψει ήδη τον αρχικό τίτλο, όσο και το Dark Souls Remastered για τις «μεγάλες» κονσόλες. Τηρουμένων των αναλογιών, η έκδοση για το Switch είναι ίσως πιο εντυπωσιακή. Μπορεί να μην έχει τις υπερυψηλές αναλύσεις και τα 60 καρέ το δευτερόλεπτο των άλλων εκδόσεων, μπορεί να μην έχει τους ανανεωμένους φωτισμούς και τις υφές, αλλά σε σύγκριση με τις εκδόσεις για τις κονσόλες προηγούμενης γενιάς έχει καλύτερη ανάλυση, σαφώς σταθερότερη απόδοση και ας μην ξεχνάμε ότι περιλαμβάνει και όλο το DLC. Με άλλα λόγια, είναι μια πληρέστατη έκδοση που, αν παιχτεί docked προσφέρει μια ικανοποιητική εμπειρία ενός πραγματικά κορυφαίου τίτλου, ενώ σε portable mode βάζει στο τσεπάκι σας (εντάξει, στην τσάντα σας, εκτός και αν φοράτε αυτά τα παντελόνια των Papa Roach) ένα από τα καλύτερα παιχνίδια που κυκλοφόρησαν ποτέΤΜ. Δεν είναι κι άσχημα. Καθόλου άσχημα.