Κατέφθασε λοιπόν και το Pikmin 3 στο Switch, και κλείνει σιγά – σιγά ο κύκλος των «ακυκλοφόρητων του Wii U». Ο προκάτοχος της υβριδικής κονσόλας της Nintendo ήταν μια τεράστια εμπορική αποτυχία, οπότε όλα εκείνα τα παιχνίδια της Ιαπωνικής εταιρείας που αγόρασε μόνο ο σκληρός πυρήνας των οπαδών που στήριξε το σύστημα, έμελλε να έρθουν αργά ή γρήγορα και στο (πολύ) μεγαλύτερο κοινό του διαδόχου του. Όχι ότι υπήρχε περίπτωση να μην δούμε ποτέ ξανά το Pikmin, που ανέκαθεν ξεχώριζε ανάμεσα στα λιγότερο αναγνωρίσιμα franchise της Nintendo, όντας ένα από τα τελευταία αυθεντικά «παιδιά» του Σιγκέρου Μιγιαμότο. Ο αντισυμβατικός τρόπος σκέψης του Ιάπωνα σχεδιαστή είχε πολλές φορές ως αποτέλεσμα το να παρεισφρέουν οι βιωματικές του εμπειρίες στο σχεδιασμό παιχνιδιών (δείτε τον Ντίλαν Κάθμπερτ να περιγράφει στο δοκιμαντέρ του Netflix, High Score, πως ο Μιγιαμότο έλυσε ένα δομικό σχεδιαστικό πρόβλημα του πρωτότυπου Starfox, απλά… βολτάροντας γύρω από έναν Βουδιστικό ναό στο Κιότο), ή ακόμη και να μετατρέπονται σε ολόκληρα πρότζεκτ. Οι περιπέτειες στα δάση και τις σπηλιές του Κιότο είχαν ως αποτέλεσμα το The Legend of Zelda. Η απόκτηση ενός κατοικίδιου, το Nintendogs. Και σε αυτή την περίπτωση, η ενασχόληση με την κηπουρική, μας έφερε στο Pikmin.
Το Pikmin είναι λοιπόν, ένα από τα τελευταία δημιουργήματα που βασίστηκαν πάνω στo φαντασιακό του Σιγκέρου Μιγιαμότο. Ο βετεράνος Ιάπωνας σχεδιαστής «βρήκε» στον κήπο του σπιτιού του έναν μικρόκοσμο γεμάτο από περίεργα, μικροσκοπικά όντα, μια εξωγήινη ζούγκλα σε μικρογραφία, όπου οι κάτοικοί της διασχίζουν καθημερινά βουναλάκια, δάση, ρυάκια, μεταφέρουν τροφές, φτιάχνουν σπίτια, και μάχονται για την επιβίωσή τους, πριν να τρέξουν εσπευσμένα να κρυφτούν με την πτώση του ήλιου, για να αποφύγουν τους νυχτερινούς θηρευτές τους. Όλο αυτό το σκηνικό μετατράπηκε από την ομάδα που πλαισίωσε τον Μιγιαμότο το μακρινό 2001 σε έναν πανέμορφο τίτλο στρατηγικής με δράση σε πραγματικό χρόνο, όντας δε ένας από τους πρώτους τίτλους της Nintendoπου συνόδευσαν το Gamecube, το παιχνίδι υιοθέτησε πολλούς από τους πειραματισμούς στους οποίους είχαν επιδοθεί οι σχεδιαστικές ομάδες της εταιρείας εκείνη την περίοδο, όπως ιδέες αξιοποίησης των δύο αναλογικών μοχλών του χειριστηρίου (ένας μοχλός για τον έλεγχο του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα και ένας για τον στρατό των Pikmin) και η δυνατότητα για τον έλεγχο πολλών χαρακτήρων ταυτόχρονα, που είχαν επιδείξειστο περίφημο tech demo με ονομασία«Super Mario 128».
Tο Pikmin 3 προσπάθησε πάντως να εξελίξει τη φόρμουλα με την οποία πειραματίστηκαν τα πρώτα δύο επεισόδια. Αφαιρέθηκαν – άστοχα ίσως – οι σπηλιές του Pikmin 2 με τον υψηλό βαθμό δυσκολίας, για να δώσουν θέση σε μεγαλύτερα εξωτερικά περιβάλλοντα, ενώ η σχεδιαστική ομάδα βρήκε μια συμβιβαστική λύση ανάμεσα στο όριο των 30 «ημερών» που έθετε ο πρώτος τίτλος ως στόχο στον παίκτη για να το τερματίσει και στην απουσία οποιασδήποτε προθεσμίας στη συνέχειά του. Στο Pikmin 3, η νέα ομάδα εξωγήινων εξερευνητών που βρίσκεται προσκολλημένη στη Γη, δεν έχει μεν κάποια προθεσμία μέχρι να βρει τρόπο διαφυγής, έχει ωστόσο να αντιμετωπίσει την… πείνα: στο τέλος κάθε ημέρας (που ισοδυναμεί με περίπου είκοσι λεπτά παιχνιδιού) η ομάδα επιστρέφει στο διαστημόπλοιο και πρέπει να τραφεί με τους χυμούς από τα φρούτα που έχουν συλλεγεί. Έτσι, αν και δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο, αυστηρό όριο, ο παίκτης πρέπει να συνεχίσει να εξερευνάει και να σημειώνει πρόοδο στο παιχνίδι, προκειμένου να παραμείνει η ομάδα του ζωντανή. Η ομάδα αυξήθηκε επίσης κατά ένα μέλος σε σχέση με το Pikmin 2, αν και σε ελάχιστα σημεία απαιτούνται παράλληλες εργασίες, σε βαθμό που να χρειαστεί συχνά να πρέπει κάποιος να ελέγξει τρεις διαφορετικούς χαρακτήρες ταυτόχρονα. Κατά τα άλλα, η βάση του παιχνιδιού παρέμεινε ίδια: ο παίκτης έχει τη δυνατότητα να «καλλιεργήσει» εκατό Pikmin (αυτά τα μικροσκοπικά, τρισχαριτωμένα πλάσματα που μοιάζουν σαν μείξη σπόρου με σπερματοζωάριο) και να τα αξιοποιήσει για την εξερεύνηση του κόσμου. Τα Pikmin έχουν διαφορετικές ικανότητες ανάλογα με το χρώμα τους: τα κόκκινα αντέχουν στη φωτιά και το… ξύλο, τα μαύρα είναι τα πιο σκληροτράχηλα και μπορούν να διαλύσουν πιο εύκολα εμπόδια (και είναι τα μόνα που μπορούν να καταστρέψουν αντικείμενα από γυαλί), τα κίτρινα μπορούν να εκτοξευθούν μακριά και να φτάσουν δυσπρόσιτες περιοχές ενώ είναι άτρωτα απέναντι στον ηλεκτρισμό, τα μπλε χρησιμεύουν για τα επίπεδα που προσφέρουν υποθαλάσσια εξερεύνηση, ενώ τα ροζ πετούν και μπορούν να περάσουν πάνω από χάσματα.
Αναμενόμενα, γύρω από αυτές τις δυνατότητες αναπτύσσεται και ολόκληρο το οικοσύστημα του Pikmin 3, και φυσικά πάνω τους στηρίζεται και ο σχεδιασμός των επιπέδων, με τον παίκτη να καλείται διαρκώς να χρησιμοποιήσει τους κατάλληλους συνδυασμούς από Pikmin, για να προχωρήσει σε ένα επίπεδο. Αν και στην αρχή ο παίκτης ξεκινά με μία ομάδα Pikmin, τα κόκκινα, το παιχνίδι σταδιακά προσθέτει και τα υπόλοιπα ήδη, και από τη μέση περίπου και μετά, τα περισσότερα επίπεδα απαιτούν τη σωστή αξιοποίηση όλων των ειδών για την εξερεύνηση, τη λύση των γρίφων, τη συλλογή φρούτων και όλες τις μάχες με τα σαρκοβόρα πλάσματα που λυμαίνουν τον κόσμο του παιχνιδιού. Φανταστείτε μια σκηνή όπου ένα τσούρμο κόκκινα Pikmin μάχεται μέχρι θανάτου με ένα σαρκοβόρο, δίποδο… μανιτάρι, μια άλλη ομάδα κουβαλάει εσπευσμένα πλακάκια για να γεφυρώσει ένα χάσμα, μερικά ροζ Pikmin προσπαθούν απεγνωσμένα να ξεκολλήσουν από τον ιστό μιας αράχνης, την ίδια ώρα που μαύρα Pikmin έχουν σχηματίσει ασπίδα ενάντια σε εχθρούς, προκειμένου να δώσουν χρόνο στα κίτρινα Pikmin να «ρίξουν» έναν ηλεκτροφόρο χάρτη, και έχετε μια καλή εικόνα για την πολύχρωμη, σουρεαλιστική ζούγκλα που έχει δημιουργήσει η Nintendo.
Επτά χρόνια μετά την κυκλοφορία του, το Pikmin 3 εξακολουθεί να ξεχωρίζει ανάμεσα στα δημιουργήματα της Nintendo. Μπορεί σε τεχνικό επίπεδο να μην εντυπωσιάζει πλέον (τα κατάφερνε οριακά όταν κυκλοφόρησε, με τους πανέμορφους φωτισμούς και την ατμόσφαιρά του), εξακολουθεί ωστόσο να είναι πρωτότυπο, ιδιαίτερο και… εναλλακτικό, σαν τίτλος που θα περίμενε κανείς να συναντήσει από ένα ανερχόμενο στούντιο ανεξάρτητων δημιουργών και όχι από μία από τις κραταιές εκδότριες του χώρου. Όσοι βέβαια έχουν ακολουθήσει τη σειρά από την αρχή της μέχρι και αυτή την επανέκδοση, ίσως και να μην έχει νόημα να σπαταλήσουν τόσα χρήματα για ένα τίτλο που παρέμεινε απαράλλαχτος σε σχέση με εκείνον του 2013 (το co-op multiplayer για την κεντρική καμπάνια είναι μάλλον η μεγαλύτερη προσθήκη στο πρωτότυπο παιχνίδι). Η αλήθεια είναι επίσης πως παρά τις προσπάθειες της Nintendo για κάποιες βελτιώσεις στο χειρισμό, τα αντίστοιχα μοντέλα χειρισμού του Wii U με το Game Pad (ολόκληρος ο χάρτης του επιπέδου στην οθόνη του χειριστηρίου) και το Wii Remote (κέρσορας στην οθόνη, κατευθυνόμενος από τους αισθητήρες του χειριστηρίου του Wii) παραμένουν εν τέλει καλύτερα από αυτά που έχει να προσφέρει το Switch. Οι υπόλοιποι όμως κάτοχοι της υβριδικής κονσόλας της Nintendo αξίζει σίγουρα να ασχοληθούν με τον τίτλο, ακόμη και αν προέρχεται από μια άλλη γενιά συστημάτων. Το πιο πιθανό είναι πως αφού ολοκληρώσουν την δεκάωρη καμπάνια του παιχνιδιού, θα έρθουν και εκείνοι στο ίδιο γκρουπ με όλους εμάςτους οπαδούς της σειράς, που περιμένουμε με υπομονή και αβεβαιότητα, οποιαδήποτε είδηση για το εξαφανισμένο Pikmin 4.