Το Dragon Quest XI S ήταν ο πρώτος τίτλος που ανακοινώθηκε για το Nintendo Switch, τον Ιούλιο του 2015. Φυσικά, ο χρονισμός της ανακοίνωσης δεν ήταν καθόλου τυχαίος, όπως δεν ήταν και τυχαία η καθυστερημένη κυκλοφορία του παιχνιδιού στο σύστημα της Nintendo, σχεδόν 4 χρόνια μετά την αρχική ανακοίνωση. Το franchise είναι η πεμπτουσία του Ιαπωνικού RPG στην Ιαπωνία. Κάθε φορά, η κυκλοφορία ενός νέου επεισοδίου αντιμετωπίζεται σαν γιορτή από το Ιαπωνικό κοινό. Η ταύτισή του με τη Nintendo είναι επίσης δεδομένη: ιστορικά, όλα τα Dragon Quest κυκλοφορούν στα συστήματα της εταιρείας από το Κιότο, με εξαίρεση τη «σκοτεινή» περίοδο μεταξύ 1996 – 2006. Τότε, η αποτυχία των συστημάτων της Nintendo έναντι των αντίστοιχων της Sony είχε δημιουργήσει αμετάκλητα εμπορικά δεδομένα (τα Dragon Quest είναι άλλωστε προϊόντα προς μαζική κατανάλωση), ενώ για μερικά χρόνια είχαν διαταραχθεί και οι σχέσεις μεταξύ Nintendo και SquareSoft. Εκείνη η ανακοίνωση λοιπόν ήταν μια πρώιμη ψήφος εμπιστοσύνης απέναντι στο τότε άγνωστο «NX», η κυκλοφορία του όμως ήταν μια άλλη υπόθεση. Από τη μια, η έκδοση του 3DS διέθετε πενιχρές τεχνικές προδιαγραφές οπότε δεν θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για την αντίστοιχη του Switch. Από την άλλη, η αντίστοιχη έκδοση του PS4 ίσως και να ήταν υπερβολικά απαιτητική για να μεταφερθεί χωρίς σημαντικές απώλειες στο υβριδικό σύστημα, παρά τη συμβατότητα με την Unreal Engine 4, πάνω στην οποία είχε αναπτυχθεί το παιχνίδι. H λύση όμως στο πρόβλημα, ήταν απλά θέμα χρόνου. Η ομάδα ανάπτυξης πήρετο χρόνο της, ξόδεψε περίπου δύο και κάτι χρόνια για να καταφέρει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Ποιο είναι αυτό; Ας πούμε πως η λέξη «definitive» στον τίτλο του παιχνιδιού, δεν έχει χρησιμοποιηθεί τυχαία.
Ίδιο φαγητό, άλλη γεύση
Το Dragon Quest XI S: Definitive Edition είναι ένα παιχνίδι που ουσιαστικά κυκλοφόρησε πριν μια διετία. Το review του τίτλου μπορείτε να το βρείτε στο κατατοπιστικότατο άρθρο του Σπύρου εδώ, και δεν υπάρχει λόγος να επαναλάβω τα ίδια πράγματα. Σίγουρα το «κοτόπουλο με πατάτες» που αναφέρει σε εκείνο το άρθρο είναι η καλύτερη παρομοίωση που θα μπορούσα να κάνω για το παιχνίδι. Το Dragon Quest είναιένα «πιάτο» που δεν κρύβει εκπλήξεις – το αντίθετο, είναι όλα αναμενόμενα. Αν όμως δεν έχεις μπουχτίσει από τη γεύση του, αν σου έχει λείψει έστω και λίγο, τότε θα διαπιστώσεις δοκιμάζοντάς το ότι είναι μαγειρεμένο με τόσο μεράκι και τέτοια προσοχή, που θα σου θυμίσει γιατί παραμένει τόσο αγαπημένο σαν φαγητό. Δύο χρόνια μετά την αρχική κυκλοφορία του καιτα δεδομένα δεν έχουν αλλάξει, αλλά το θέμα είναι τι συμβαίνει με την έκδοση στο Switch. Και συμβαίνουν πολλά. Αρχικά, η πρώτη σημαντική παρατήρηση είναι το πόσο «άνετος» δείχνει ο τίτλος στο σύστημα της Nintendo. Μιλάμε για ένα «ανοιχτόκοσμο» RPG που φαίνεται ακόμη και σήμερα πανέμορφο στα Playstation 4 και PC, και η έκδοση του Switch τρέχει χωρίς καθυστερήσεις, χωρίς σημαντικές υποβαθμίσεις στα μοντέλα των χαρακτήρων, με τα ίδια εφέ και τις ίδιες ρουτίνες animation. Με λίγη διαπιστώνεις λιγότερες λεπτομέρειες στις υφές σε διάφορα σημεία, λιγότερη βλάστηση και εντονότερο «pop-in» (το εφέ όπου τα αντικείμενα εμφανίζονται ξαφνικά μπροστά στον παίκτη), και φυσικά κάποιες διαβαθμίσεις στην ανάλυση του παιχνιδιού. Κανένα από τα παραπάνω όμως δεν αλλοιώνει ιδιαίτερα το τελικό αποτέλεσμα. Η καρτουνίστικη αισθητική του παιχνιδιού και οι σχετικά απλοϊκοί κανόνες φυσικής του κόσμου του, σε συνδυασμό με τις τεχνικές βελτιστοποιήσεις που επέτρεψε ο μεγάλος χρόνος ανάπτυξης, δίνουν τη δυνατότητα στη Square Enix να καυχηθεί πως προσφέρει έναν από τους πιο όμορφους τίτλους αυτής της γενιάς, χωρίς σημαντικές τεχνικές εκτυπώσεις.
Έπειτα έχουμε το 2D mode, μία λειτουργία που έκανε τη διαφορά στην έκδοση του παιχνιδιού για το 3DS αλλά δεν μεταφέρθηκε ποτέ στις «επιτραπέζιες» εκδόσεις. Ενεργοποιώντας το, το παιχνίδι γίνεται δισδιάστατο και η αισθητική του και τα γραφικά του αναπαριστούν τα παιχνίδια της εποχής των 16-bit. Το mode έχει κάποιους περιορισμούς – κυρίως το γεγονός ότι μπορείς να το ενεργοποιήσεις μόνο στην αρχή ενός κεφαλαίου και αν και αλλάζουν τα γραφικά η μουσική μένει ίδια -, ωστόσο παραμένει μια φανταστική προσθήκη, ένας διαφορετικός τρόπος να παίξεις το παιχνίδι. Ειδικά οι νοσταλγοί των δισδιάστατων RPG της «χρυσής» περιόδου του είδους, μπορεί να προτιμήσουν το συγκεκριμένο modeαπό το κανονικό παιχνίδι, ενώ υπάρχει και η δυνατότητα να περάσεις από τοποθεσίες και σκηνές περασμένων Dragon Quest εκείνης της περιόδου. Μιας και αναφέραμε τη μουσική, η Square Enix άκουσε και τα παράπονα των χρηστών σχετικά την ανάγκη να υποστηριχθεί το παιχνίδι με ορχηστρική μουσική, οι ορχηστρικές διασκευές ωστόσο δεν μπορούν να επέμβουν στην ποιότητα των συνθέσεων, που είναι πολύ χαμηλή για τα επίπεδα της σειράς. Κάποια από τα μουσικά θέματα του παιχνιδιού είναι μετά βίας υποφερτά, σε βαθμό που σε κάνει να αναρωτιέσαι αν ο Κοΐτσι Σουγκιγιάμα θα έπρεπε να είχε ήδη αποσυρθεί και απλά κάνει πλέον κακό στο franchise με το να ασχολείται μαζί του (ο Ιάπωνας συνθέτης έχει γράψει τη μουσική για όλα τα επεισόδια της σειράς, αλλά είναι πλέον 88 χρόνων). Μάλλον δεν είναι τυχαίο το ότι το παιχνίδι σου δίνει τη δυνατότητα να αλλάξεις το κεντρικό θέμα – αυτό που ακούγεται όσο εξερευνείς τον κόσμο του – με το αντίστοιχο του Dragon Quest VIII.
Πέρα από τα παραπάνω, ο κατάλογος των βελτιστοποιήσεων και των προσθηκών είναι πραγματικά ατελείωτος. Νέα αντικείμενα, νέοι εχθροί, χαρακτήρες, υπο-αποστολές, νέα κεφάλαια στην ιστορία, Ιαπωνικές ηχογραφήσεις για τους διαλόγους, η δυνατότητα να παρακάμψεις διαλόγους ή κινηματογραφικές σκηνές ή να επιταχύνεις το ρυθμό των μαχών – δεν υπάρχει σημείο που η ομάδα ανάπτυξης να μην εξέτασε και να μην επενέβη, αλλάζοντας ή προσθέτοντας κάτι προκειμένου να προσφέρει στο Switch, μια έκδοση του Dragon Quest XI για την οποία μπορούν να είναι περήφανοι οι κάτοχοι του συστήματος. Αυτό δεν σημαίνει πως άλλαξε και ο πυρήνας του παιχνιδιού: το Dragon Quest παραμένει ένα από τα πιο καλοφτιαγμένα, αλλά ταυτόχρονα και πιο συμβατικά παιχνίδια της σειράς. Στους πιο έμπειρους μπορεί και να θυμίσει ένα κολάζ από κλισέ που κατά καιρούς έχουμε συναντήσει στα πλέον κλασικά Ιαπωνικά RPG, από τους χαρακτήρες του Ακίρα Τοριγιάμα που βλέπουμε σε διάφορες παραλλαγές εδώ και εικοσιπέντε χρόνια, στο σενάριο που θέλει τον νεαρό ξανθό, αμίλητο ήρωα να καλείται να σώσει τον κόσμο από την καταστροφή, στο σύστημα μάχης που δεν παρουσιάζει καμία πρωτοτυπία. Όλα αναμενόμενα, όλα καλοφτιαγμένα. Ίσως και ο υπότιτλος (Echoes of an Elusive Past) του παιχνιδιού να μην είναι τυχαίος. Το Dragon Quest XI είναι μια νοσταλγική ματιά στο παρελθόν, μια υπενθύμιση του τι αντιπροσώπευαν για μια μεγάλη μερίδα παικτών τα Ιαπωνικά RPG, δοσμένη μέσα από σύγχρονα υλικά υψηλής ποιότητας, και πλέον στην καλύτερη δυνατή εκδοχή της, στο Nintendo Switch.