Resident Evil 4 (@XSX, PS5, PC, PS4)

Δεν είναι και πάρα πολλές οι σειρές εκείνες που έχουν την ευχέρεια ή την πολυτέλεια αν προτιμάτε, να μεταμορφωθούν εν μία νυκτί και ν’ αλλάξουν σε κάτι το εντελώς διαφορετικό, διατηρώντας, ταυτόχρονα, πάμπολλα από τα στοιχεία εκείνα που τις καθιέρωσαν στη συνείδηση του κοινού και των κριτικών. Μία από αυτές τις σειρές είναι τα Resident Evil. Μια σειρά που μέχρι τα πέντε πρώτα επεισόδια (RE, RE2, RE3, Code Veronica, RE0) ξεχώρισε για την κινηματογραφικότητα, την απαράμιλλη κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, τους αργούς ρυθμούς και τη μοναδική ικανότητα να βυθίζει τον παίκτη σε μια μόνιμη κατάσταση αβεβαιότητας και έντονου φόβου, ακόμα και όταν δεν συμβαίνει το παραμικρό στην οθόνη. Και όμως, όταν στις τάξεις σου διαθέτεις έναν από τους κορυφαίους δημιουργούς του κόσμου, όπως είναι ο Σίντζι Μικάμι, κανένα βιντεοπαιχνίδι, όσο επιτυχημένο κι αν είναι, δεν «δικαιούται» να επαναπαύεται. Οφείλει να πρωτοτυπεί, να πρωτοπορεί και να θέτει νέους κανόνες μέσα από μια διαδικασία διαρκούς επαναπροσδιορισμού.

Πιστός στις σχεδιαστικές του αρχές, όταν ο Μικάμι ένιωσε ότι η σειρά Resident Evil έφτασε σ’ ένα τέλμα (τεχνολογικό, δημιουργικό, πείτε το όπως θέλετε), δεν δίστασε να πατήσει το κουμπί της μεταμόρφωσης, αφήνοντας πίσω στοιχεία που, μέχρι και το επεισόδιο 0, όριζαν τα RE και ήταν αναπόσπαστα κομμάτια της ταυτότητάς τους. Για χάρη του Resident Evil 4, ο Μικάμι και η ομάδα του έδωσαν τον έλεγχο της κάμερας στα χέρια του παίκτη, μετέφεραν τη δράση από τα κλειστοφοβικά δωμάτια και τους στενούς διαδρόμους σε χώρους ανοιχτούς, παραχώρησαν τη θέση των ζόμπι σε εχθρούς πιο έξυπνους και πιο απειλητικούς, ενώ, ταυτόχρονα, έδωσαν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων στον παίκτη, δίχως να πειράξουν στο ελάχιστο το μοντέλο χειρισμού από τα προηγούμενα παιχνίδια. Και όλες αυτές οι σημαντικές αλλαγές πραγματοποιήθηκαν δίχως να γίνουν εκπτώσεις στην ατμόσφαιρα, τον τρόμο, την αίσθηση της αγωνίας για επιβίωση.

Ο Λίον είναι ένας πραγματικός σούπερ ήρωας. Σαν τους κινηματογραφικούς ήρωες από ταινίες δράσης της δεκαετίας του ογδόντα. Ο ξανθός πρωταγωνιστής παίρνει στα σοβαρά τη δουλειά του, χωρίς να παίρνει στα σοβαρά τους αντιπάλους του. Οι ατάκες του, φαρμακερές – πονούν τους εχθρούς του περισσότερο κι από τις σφαίρες του πιστολιού του. Για ν’ αποφύγει τον κίνδυνο, δεν θα κάνει ένα βήμα πίσω, αλλά κωλοτούμπα στον αέρα. Γιατί; Μα, γιατί είναι σούπερ ήρωας.

Τούτο το σημαντικό κεφάλαιο, τόσο για τη σειρά Resident Evil, όσο και για ολόκληρη τη βιομηχανία (το νέο God of War, το Gears of War και όλα τα μοντέρνα παιχνίδια δράσης σε τρίτο πρόσωπο, σάς χαιρετούν), θέλησαν οι άνθρωποι της Capcom να μεταφέρουν στα σύγχρονα συστήματα, αλλαγμένο και τροποποιημένο, φυσικά, διότι πόσα ριμάστερ να αντέξει κι αυτό το κακόμοιρο το Resident Evil 4; Και από τη στιγμή που η Capcom την κατέχει την τέχνη του ριμέικ και το 4RE είναι ένα από τα δημοφιλέστερα επεισόδια της σειράς, why not, κυρίες και κύριοι;     

Αν υπήρχε βραβείο για το πιο ατμοσφαιρικό Resident Evil όλων των εποχών, το ανανεωμένο RE4 θα μπορούσε να τον κατακτήσει, σχεδόν χωρίς να ιδρώσει. Το ταλέντο των σχεδιαστών της Capcom συναντά το πολυεργαλείο που ακούει στο όνομα RE Engine (η «ακούραστη» μηχανή γραφικών που χρησιμοποιεί εδώ και χρόνια η ιαπωνική εταιρεία), και αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης είναι ένα από τα ομορφότερα επεισόδια της σειράς τρόμου και επιβίωσης. Τα παιχνιδίσματα του καπνού και της σκόνης με το φως, ο ήχος που κάνουν τα σανίδια όταν από πάνω τους περνά ο πράκτορας Λίον Κένεντι, η αίσθηση εγκατάλειψης που παρουσιάζει το μικρό ισπανικό χωριό, οι αποκρουστικές κινήσεις των κατοίκων, η εξαιρετική απεικόνιση των διαφόρων καιρικών φαινομένων, οι ψαλμωδίες που σιγομουρμουρίζουν οι πιστοί ακόλουθοι της αίρεσης (ο επικεφαλής της οποίας κρύβεται πίσω από την εξαφάνιση της κόρης του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών), συνθέτουν ένα άκρως φρικιαστικό σκηνικό, μέσα στο οποίο βασιλεύουν ο θάνατος και η απόγνωση με την παραφροσύνη. Από το πιο ταπεινό τουβλάκι, μέχρι τις χλιδάτες αίθουσες του κάστρου, τα πάντα είναι υπέροχα σχεδιασμένα και προσεγμένα. Η έμφαση στη λεπτομέρεια, η ποιότητα των εικόνων και η ποικιλία των παραστάσεων που διαδέχονται η μία την άλλη, δημιουργούν ένα οπτικοακουστικό θέαμα που είναι άξιο θαυμασμού. Απόλυτα πειστικό και πέρα για πέρα τρομακτικό. Και παρά την πληθώρα των περιοχών που επισκέπτεται ο Λίον κατά τη διάρκεια της τρομακτικής αυτής περιπέτειας, δεν μπορώ παρά να παρατηρήσω το πόσο ευλαβικά τηρείται αυτή η αισθητική και καλλιτεχνική συνοχή, περνώντας από τη μία περιοχή στην άλλη. Υπάρχει μια σχεδιαστική συνέπεια, χάρη στην οποία περιοχές διαφορετικής θεματικής δεν μοιάζουν ξέμπαρκες αλλά ούτε και παράταιρες, σε σχέση με τις υπόλοιπες.

Η νέα, αναβαθμισμένη Άσλεϊ, κάνει το μπέιμπι σίτινγκ, απλή υπόθεση. Δεν χρειάζεται να τη νταντεύουμε συνεχώς, όπως κάναμε στο ορίτζιναλ Resident Evil 4.

Χωρίς να είναι πιστό αντίγραφο του πρωτότυπου RE4, όπως ήταν για παράδειγμα το The Last of Us Part I σε σχέση με το ορίτζιναλ LoU, το ριμέικ ακολουθεί ευλαβικά τη δομή και το στήσιμο του τίτλου που απολαύσαμε για πρώτη φορά το 2005, στο Gamecube της μαμάς Nintendo. Η ομάδα των Άνπο και Καντόι κράτησε όλα εκείνα τα στοιχεία του πρωτότυπου τίτλου που λειτουργούν άψογα μέχρι και σήμερα, και απομάκρυνε εκείνα που θα έκαναν έναν τίτλο του 2023 να μοιάζει παρωχημένος και παλιακός. Άλλωστε, το τεχνολογικό χάσμα που χωρίζει τα δύο RE4 δεν είναι τόσο μεγάλο, όσο το χάσμα που υπήρχε ανάμεσα στo RE2 και το ριμέικ του, οπότε η απόφαση της ομάδας ανάπτυξης να μην ξεφύγουν από το πρωτότυπο υλικό, είναι απόλυτα δικαιολογημένη. Πόσο μάλλον όταν το αρχικό Resident Evil 4 είναι ένα από τα καλύτερα παιχνίδια των τελευταίων είκοσι χρόνων.

Από εκεί και πέρα, νέες περιοχές έχουν πάρει τη θέση παλαιότερων, οι παλιές που παρέμειναν έχουν υποστεί διαφόρων ειδών αλλαγές (τόσο αισθητικής φύσεως, όσο και από άποψη διαρρύθμισης), ώστε να «κουμπώνουν» καλύτερα μ’ αυτές που προηγούνται και μ’ αυτές που έπονται, με απώτερο σκοπό να διατηρείται ο ρυθμός του παιχνιδιού, καθώς και για να συνδέονται οι περιοχές μεταξύ τους με τρόπο πολύ πιο πρακτικό και πειστικό.

Οι σχεδιαστικές επιλογές των ανθρώπων που επιμελήθηκαν το ριμέικ του Resident Evil 4, τους δικαιώνουν, διότι ο ρυθμός του παιχνιδιού διατηρείται σε υψηλά επίπεδα, χωρίς να υπάρχουν νεκρά διαστήματα ή σημεία που να κάνουν κοιλιά και θα μπορούσαν να βλάψουν το ρυθμό του τίτλου και εν τέλει να αμαυρώσουν τη συνολική του εικόνα. Τα περίφημα QTE που αγαπήσαμε στο πρωτότυπο, δεν υπάρχουν στο καινούργιο RE4, με τις σκηνές αυτές να έχουν ενσωματωθεί στο κομμάτι της δράσης. Και το νέο RE4 είναι ένας τίτλος που έχει πάρα πολλή δράση. Άφθονη δράση.

Χάρη στον καλό μας τον Πωλητή, μπορούμε να αποκτήσουμε πρόσβαση σε διάφορα όπλα και εξαρτήματα και αναβαθμίσεις που μπορούν να κάνουν πιο άνετο το ταξίδι μας στο ισπανικό χωριό.

Για τις ανάγκες του ριμέικ, η ομάδα του ριμέικ προίκισε τον Λίον με μια σειρά από ειδικές κινήσεις που αυξάνουν την αποτελεσματικότητα του νεαρού υπερ-πράκτορα στο πεδίο της μάχης. Ο Λίον μπορεί να σκύβει ώστε να αποφεύγει τις επιθέσεις των αντιπάλων, μπορεί να χρησιμοποιεί ποικιλοτρόπως το μαχαίρι του για να βγαίνει εύκολα και γρήγορα από τη δύσκολη θέση. Το καλά ακονισμένο μαχαίρι δίνει στον ξανθομάλλη ήρωα τη δυνατότητα να αποκρούσει με επιτυχία τις επιθέσεις των κακών, γεγονός που του επιτρέπει να περάσει άμεσα στην αντεπίθεση. Επίσης, γίνεται ο καλύτερός μας φίλος, όταν πρόκειται να ακολουθήσουμε τακτικές στελθ, καθώς έτσι μάς γλιτώνει από πυρομαχικά και από λοιπά μπλεξίματα, ήσυχα και αθόρυβα. Ωστόσο, το κομμάτι του στελθ δεν αποτελεί εναλλακτική για την αντιμετώπιση των ορδών των εξαγριωμένων κατοίκων του ισπανικού χωριού, αφού είναι ελάχιστες οι φορές που οι συνθήκες επιτρέπουν κάτι τέτοιο. Παρ’ όλα αυτά, παραμένει ένα ευχάριστο διάλειμμα από το ατελείωτο πιστολίδι και τις συνεχείς μάχες σώμα με σώμα.

Και μια και το ‘φερε η κουβέντα, όλες αυτές οι κινήσεις που έχει στη διάθεσή του ο Λίον, τον μετατρέπουν σε έναν μικρό Τζον Γουίκ, στο λιγότερο μελαχρινό του. Οι μάχες στο ριμέικ γίνονται ακόμα πιο συναρπαστικές και απολαυστικές, χάρη στη σχεδιαστική συνέπεια της Capcom και την προσθήκη στοιχείων που ουσιαστικά αναβαθμίζουν τη μαχητική ικανότητα του Λίον. Και αυτό είναι μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της ομάδας που είναι υπεύθυνη γι’ αυτό το ριμέικ. Να διατηρήσεις το παλιό και να το αναδείξεις εμπλουτίζοντάς το με καινούργια στοιχεία.

Έτσι λοιπόν, ο Λίον μπορεί να σημαδεύει και να πυροβολεί όσο βρίσκεται σε κίνηση, να εκτελεί τους αντιπάλους από κοντά και από μακριά, με την ίδια άνεση και την ίδια αποτελεσματικότητα. Η ελευθερία στην σκόπευση δίνει άλλη χάρη στις μάχες και τις μετατρέπει σε πραγματικές χορογραφίες. Μπορούμε να τους ακινητοποιήσουμε ρίχνοντάς τους στα γόνατα ή στο πρόσωπο, να τους αφοπλίσουμε πυροβολώντας τα όπλα που κρατούν στα χέρια τους, να τους ξαπλώσουμε ρίχνοντάς τους στριφογυριστές κλωτσιές, ακόμα και λαβές που θα ζήλευε μέχρι και ο Ζάνγκιεφ απ’ το Street Fighter. Ο πρωταγωνιστής μας διαθέτει τεράστια ευχέρεια κινήσεων που του επιτρέπουν να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε απειλή, όσο μεγάλη κι αν είναι. Και το εκπληκτικό είναι ότι παρά τον μεγάλο αριθμό αντιπάλων που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε σε κάθε κεφάλαιο, το παιχνίδι δεν ξεχνά ούτε στιγμή τις καταβολές του. Διότι, παρά το χαμό που επικρατεί στην οθόνη, το RE4 αρνείται πεισματικά να μετατραπεί σε σούτερ τρίτου προσώπου.

Όπως και στα Resident Evil που προηγήθηκαν του RE4, έτσι κι εδώ θα πρέπει να είμαστε φειδωλοί με τις σφαίρες, καθώς αυτές είναι μετρημένες, ενώ, από την άλλη, οι εχθροί όχι και τόσο. Είναι από τα στοιχεία εκείνα που μεταφέρθηκαν αυτούσια στο νέο RE4 από το παλιό, και θα έλεγα ότι είναι η βάση πάνω στην οποία εδράζεται το Resident Evil 4. Άλλωστε, το χαρακτηριστικό αυτό – η επιβίωση κάτω από αντίξοες συνθήκες – αποτέλεσε μία από τις κορυφαίες σχεδιαστικές επιλογές (τόσο σε σύλληψη όσο και σε εκτέλεση) του Σίντζι Μικάμι και της ομάδας, τον καιρό εκείνο, οπότε θα ήταν μεγάλο ατόπημα για την ομάδα που ανέλαβε την ανάπτυξη τούτου του ριμέικ, να παραβλέψει κάτι που έχει τόσο μεγάλη σημασία και αξία. Γιατί μπορεί να γίνεται ο κακός χαμός και οι εχθροί να σκάνε από παντού, ωστόσο, ο σούπερ πράκτορας με το ξανθό μαλλί και τη χωρίστρα, ζει μονίμως με το άγχος για το αν θα του φτάσουν τα πυρομαχικά, αφού από την ποσότητα που διαθετει στα χέρια του εξαρτάται αν θα δει ξανά τον ήλιο ν’ ανατέλλει.

Αν έχω ένα παράπονο από το χειρισμό του παιχνιδιού, είναι ότι στο default του, είναι δύσκολο να στοχεύσεις με ακρίβεια – ακόμα και εχθρούς που κινούνται πιο αργά και από την καθυστέρηση. Παιδεύτηκα αρκετά πειράζοντας τους δείκτες ταχύτητας της κάμερας μέχρι να κάνω τον Λιον να στοχεύει με άνεση.

Παρά το γεγονός ότι οι δείκτες της δράσης έχουν ανάβει κατακόρυφα σ’ αυτό το επεισόδιο, το Resident Evil 4 παραμένει ένα παιχνίδι τρόμου κι επιβίωσης, κανονικά και με το νόμο. Τι κι αν έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο προσπαθεί να μάς τρομάξει το παιχνίδι; Το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο. Οι δημιουργοί του ριμέικ δεν λυπούνται καθόλου να βάζουν τους Λίον και Άσλεϊ σε καταστάσεις υψηλής έντασης και μεγάλης αγωνίας. Η επιθετικότητα των αντιπάλων και οι αριθμοί με τους οποίους σκάνε στην οθόνη, φτάνουν και περισσεύουν για να οδηγήσουν τον παίκτη σε κακοδιαχείριση των πόρων και των πυρομαχικών που έχει στη διάθεσή του. Ο πανικός δεν είναι καλός σύμβουλος και οι σχεδιαστές του παιχνιδιού στηρίζονται σ’ αυτό. Το παιχνίδι σε προκαλεί να μπεις σε διάθεση χάπι τρίγκερ και να αδειάσεις ό,τι έχεις και δεν έχεις από σφαίρες για να γλιτώσεις από τους οπαδούς της αίρεσης που συντηρεί ο λόρδος Σάντλερ, για να τους στείλεις μια ώρα αρχύτερα, στον αγύριστο. Κι όμως, εκεί είναι που πρέπει να δείξεις εγκράτεια, διότι το παιχνίδι είναι στημένο έτσι ώστε τα πυρομαχικά να μην επαρκούν για τέτοιου είδους τακτικές, ενώ ο πειρασμός του να τα δώσεις όλα, μεγάλος. Έτσι λοιπόν, τα σκηνικά όπου η δράση κρατά τον πρωταγωνιστικό ρόλο, κατά τρόπο μαγικό, οι μάχες μετατρέπονται σε σπαζοκεφαλιές, καθώς θα πρέπει να θέσεις προτεραιότητες και να κάνεις έναν υποτυπώδη προγραμματισμό σχετικά με τις κινήσεις που πρέπει να γίνουν, ώστε ο Λίον να βγει ζωντανός από ‘κει μέσα. Είναι καταστάσεις που απαιτούν ψυχραιμία και μεθοδικότητα.

Αρκετές όμως είναι και οι στιγμές ανάπαυλας μέσα στο ισπανικό χωριό. Στα τμήματα αυτά όπου δεν έχουμε κάποιον να μάς κυνηγά για να μάς ανοίξει το κεφάλι, καλούμαστε να επιλύσουμε γρίφους, να εξερευνήσουμε τους χώρους για να εντοπίσουμε κρυμμένους θησαυρούς και πάρουμε μέρος σε μια σειρά από δοκιμασίες και υπο-αποστολές. Και για να σάς προλάβω, όλη αυτή η εναλλαγή διάθεσης και ύφους γίνεται με απόλυτα οργανικά τρόπο, χωρίς αυτές οι δραστηριότητες να κόβουν το ρυθμό ή να χαλούν τη ροή του παιχνιδιού. Ίσα-ίσα, είναι στοιχεία που κάνουν τη συνολική εμπειρία πολύ πιο ισορροπημένη και δίνουν στον παίκτη την ευκαιρία να προετοιμαστεί ψυχολογικά για την επόμενη μεγάλη αναμέτρηση. Κανείς δεν λέει όχι σ’ ένα ευχάριστο διάλειμμα ανάμεσα στις μάχες – ούτε καν ο Σούπερ Λίον.

Τακτοποίησε τα πράγματα μέσα στη βαλίτσα: ίσως το καλύτερο μίνι γκέιμ στην ιστορία των βιντεοπαιχνιδιών.

Οι γρίφοι και οι σπαζοκεφαλιές παραμένουν στο ύφος των πρώτων Resident Evil, και αφορούν την εύρεση κλειδιών και διάφορων αντικειμένων που είναι απαραίτητα για να αποκτήσουμε πρόσβαση σε νέα δωμάτια και περιοχές, χωρίς όμως να είναι απαιτητικοί ή δύσκολοι. Υπάρχουν περισσότερο ως φόρος τιμής στα Resident Evil της εποχής των τριανταδιάμπιτων συστημάτων, αλλά και μια καλή δικαιολογία για τα πολλά πηγαινέλα από περιοχή σε περιοχή. Καλοσχεδιασμένοι μεν, απλοϊκοί δε, δεν εντυπωσιάζουν αλλά ούτε και χαλούν το ρυθμό του παιχνιδιού, οπότε όλα καλά, όλα ανθηρά. Και ξυπνούν ωραίες αναμνήσεις από τα παλιά Resident Evil.  

Αυτό όμως που έχει αλλάξει ριζικά σε σχέση με το ορίτζιναλ Resident Evil 4, είναι η παρουσία της Άσλεϊ, και κυρίως το κομμάτι κατά το οποίο την έχουμε υπό τον έλεγχό μας. Η κόρη του προέδρου είναι καλό και υπάκουο κορίτσι, καθώς τηρεί κατά γράμμα τις εντολές που της δίνει ο Λίον, χωρίς να του δημιουργεί πρόβλημα. Τώρα, όταν λέμε για εντολές, μη φανταστείτε τίποτα περίπλοκα πράγματα. Απλά, αποφασίζουμε για λογαριασμό της αν θα βρίσκεται ακριβώς πίσω από τον Λίον ή αν θα κρατά αποστάσεις, όταν ο σούπερ πράκτορας παλεύει με τους τρελούς του χωριού, για χάρη της. Σημασία έχει ότι δεν μπλέκεται στα πόδια μας και αποφεύγει τις κακοτοπιές. Ωστόσο, η μεγαλύτερη αλλαγή σημειώθηκε στο κομμάτι που παίζει σόλο, μοναχή της. Το τμήμα αυτό είναι από τα πιο τρομακτικά του νέου Resident Evil και απείρως πιο διασκεδαστικό από το αντίστοιχο του αρχικού RE4. Κλειστοφοβικό και ανατριχιαστικό όσο δεν πάει, ικανό να γεμίσει την καρδιά του μπαρουτοκαπνισμένου παίκτη με άγχος και φοβία. Είναι τόσο καλοσχεδιασμένο, που θα μπορούσε να στηθεί ολόκληρος τίτλος πάνω σ’ αυτό.

Τα αφεντικά και οι τρόπος αντιμετώπισής τους, δεν έχει αλλάξει ιδιαίτερα. Συνεπώς, αν έχετε εμπειρία από το πρωτότυπο Resident Evil 4, μην περιμένετε και πολλές εκπλήξεις από τα μοχθηρά αφεντικά που κυκλοφορούν στο ριμέικ.

Ο πιο αδύναμος κρίκος του ριμέικ είναι το κομμάτι που καταλαμβάνει την τελευταία ώρα του παιχνιδιού, όπως ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση του παλιού RE4. Σ’ εκείνο το τμήμα, το παιχνίδι εστιάζει αποκλειστικά και μόνο στη δράση, χωρίς όμως να συμβαίνει κάτι το πραγματικά συγκλονιστικό. Ναι, την έχουν την πλάκα τους οι αναμετρήσεις με τους αρματωμένους ακολούθους του λόρδου Σάντλερ, χωρίς να παρουσιάζουν κάποιο ενδιαφέρον, καθώς έχουν ήδη προηγηθεί κάμποσες, καλύτερα σκηνοθετημένες και πολύ πιο έντονες. Όπως και να ‘χει, όμως, το συγκεκριμένο τμήμα του παιχνιδιού υπερτερεί από το αντίστοιχο του αρχικού RE4, τόσο στο σχεδιασμό της περιοχής στην οποία λαμβάνει χώρα, όσο και στην ποικιλία αλλά και την τοποθέτηση των εχθρών σε διάφορα σημεία του χάρτη. Το μόνο σίγουρο είναι ότι έπειτα από 20 συναρπαστικές ώρες στα λημέρια του τρελού Σάντλερ, δεν προσφέρει την κλιμάκωση που θα περίμενε κανείς. Και είναι κρίμα.

Η Capcom την κατέχει την τέχνη του ριμέικ και ξέρει πώς να τα χειριστεί αυτά τα θέματα, ανάλογα με τον τίτλο που θέλει να φρεσκάρει κάθε φορά. Όσον αφορά το ριμέικ του RE4, μπορεί να μην πήρε τα δημιουργικά ρίσκα που πήρε στην περίπτωση του ριμέικ του Resident Evil 2, ωστόσο προχώρησε σε αλλαγές και παρεμβάσεις που αναδεικνύουν το σχεδιασμό, τη ροή και το gameplay του κλασικού αυτού τίτλου. Οι γεμάτες ένταση μάχες με τους όχι-ζόμπι, το κυνήγι των χαμένων θησαυρών, η πληθώρα των όπλων, το εξαιρετικό σύστημα μάχης και αυτός ο διαολεμένος ρυθμός που έχει το παιχνίδι, καθιστούν το νέο Resident Evil 4 μια εξαιρετική πρόταση για τους λάτρεις του είδους. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι για μια ακόμη φορά, η Capcom έκανε μπίνγκο.  

Exit mobile version