Όσα χρόνια και να περάσουν, δεν θα πάψει ποτέ να εντυπωσιάζει η δουλειά που έκανε η Naughty Dog με το Last of Us, το πρώτο, το αυθεντικό, αυτό που κυκλοφόρησε το 2013 για το PS3. Τα επιτεύγματα της ταλαντούχας ομάδας της Sony ήταν πραγματικά ασύλληπτα για τα δεδομένα της βιομηχανίας. Με το Last of Us, η Naughty Dog πέτυχε την απόλυτη ισορροπία ανάμεσα στην κινηματογραφικότητα, την αφήγηση, τη δράση, την αγωνία και τον τρόμο, τις ανθρώπινες σχέσεις και τον ξεπεσμό του Ανθρώπου. Μια σειρά από στοιχεία που θα προκαλούσαν πονοκέφαλο και ζαλάδα σε οποιαδήποτε άλλη ομάδα ανάπτυξης, όσον αφορά τη διαχείρισή τους. Όχι όμως στη Naughty Dog που χάρη στο ταλέντο της δημιούργησε ένα μνημειώδες έργο και ένα σημείο αναφοράς στην ιστορία των βιντεοπαιχνιδιών.
Αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι ο ιδιαίτερος αυτός τίτλος κατάφερε να διατηρήσει ένα διαβολεμένο ρυθμό, παρά την διαρκή εναλλαγή των διαφόρων καταστάσεων στις οποίες βρίσκονταν μπλεγμένοι Τζόελ και Έλλη, οι δύο κυρίαρχες φιγούρες των Last of Us και Left Behind. Το αμερικάνικο στούντιο ήξερε ακριβώς πότε να ανεβάσει την ένταση στις σκηνές δράσης και πότε να χαμηλώσει τους τόνους ώστε να δώσει στον παίκτη τις κατάλληλες ανάσες, πριν την επόμενη μεγάλη αναμέτρηση. Και φυσικά, κάθε στοιχείο του τίτλου, είτε είχαμε να κάνουμε με τις αναμετρήσεις με τους κακούς της υπόθεσης, είτε με τις στιγμές ανάπαυλας κατά τις οποίες το πρωταγωνιστικό δίδυμο εξερευνούσε το περιβάλλον, αποτελούσαν μέρος της αφήγησης. Και το εκπληκτικό της υπόθεσης ήταν ότι παρά το γεγονός ότι η αφήγηση βρισκόταν πάντα σε πρώτο πλάνο, δεν «καπέλωνε» ποτέ τη δράση, ούτε λειτουργούσε σε βάρος του gameplay.
Και μια και αναφέραμε το gameplay, η επιβίωση ήταν ο κεντρικό θέμα του παιχνιδιού, μέσα σ’ έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι ήταν το ίδιο επικίνδυνοι και καταστροφικοί με τους μεταλλαγμένους και τον ιό που αφάνισε το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Και οι μηχανισμοί ήταν απόλυτα προσαρμοσμένοι και εναρμονισμένοι στη θεματική του τίτλου της Naughty Dog, υπηρετώντας την με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η αδυναμία να στοχεύσουν σωστά οι ήρωες του παιχνιδιού με το όπλο τους, τα λιγοστά εφόδια που είχαν στη διάθεσή τους, οι υπεράριθμοι εχθροί και οι σχεδόν άτρωτοι κλίκερ, έφερναν τους Τζόελ και Έλλη σε πολύ δύσκολη θέση. Κι όμως, με τους κατάλληλους μηχανισμούς, ο παίκτης – και κατ’ επέκταση οι δύο πρωταγωνιστές – μπορούσε να ξεπεράσει οποιαδήποτε δυσκολία, διαλέγοντας ο ίδιος τον τρόπο με τον οποίο θα προσέγγιζε κάθε δυσάρεστη κατάσταση. Από το να μεταμορφωθεί στον άνθρωπο που κινείται μέσα στις σκιές, περνώντας κάτω από τη μύτη των αντιπάλων, μέχρι και να μετατραπεί σε σχιζοφρενή δολοφόνος με τη μονωτική ταινία, αφήνοντας αμέτρητα πτώματα ξωπίσω του. Η Naughty Dog άφηνε πάντα την επιλογή στον παίκτη, αυτή που θα τον βοηθούσε να επιβιώσει. Οι μάχες εξαιρετικές, οι επιλογές όσον αφορά τη δράση από μεριάς του παίκτη, πάμπολλες, και το αποτέλεσμα εξόχως απολαυστικό.
Πάνω απ’ όλα, το Last of Us δεν ξεχνούσε τη δυναμική ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές, ποντάροντας και επενδύοντας από το πρώτο λεπτό στη σχέση του Τζόελ με την Έλλη. Παρά τον τρόμο και την επιβίωση, o τίτλος της Naughty Dog δεν έπαψε ποτέ να έχει στο επίκεντρο τις ανθρώπινες σχέσεις και το πώς αυτές διαμορφώνονται και επηρεάζονται μέσα σ’ έναν κόσμο απογυμνωμένο από κάθε ανθρώπινο συναίσθημα, που το μόνο που κυριαρχεί είναι τα κατώτερα ένστικτα του ανθρώπου. Σ’ ένα κόσμο που επιβιώνουν οι χειρότεροι – ούτε καν οι δυνατότεροι. Χωρίς να εκβιάζει το συναίσθημα και δίχως να χρησιμοποιεί «φτηνά» τεχνάσματα, οι σεναριογράφοι έπλασαν δύο θαυμάσιους ήρωες, η σχέση των οποίων αλλάζει όσο περνάνε χρόνο μέσα σ’ αυτόν τον ρημαγμένο κόσμο, όπως αλλάζουν και οι ίδιοι ως χαρακτήρες. Για να μάς οδηγήσουν με ασφάλεια στο συγκλονιστικό φινάλε του παιχνιδιού.
Με την κυκλοφορία του The Last of Us Part I η Sony θέλει να μάς υπενθυμίσει την ανεπανάληπτη εμπειρία των Τζόελ και Έλλης στο μαγικό κόσμο του τρόμου και της επιβίωσης, σε περίπτωση που προσπεράσατε το πρωτότυπο LoU που κυκλοφόρησε πριν από εννέα χρόνια για το PS3 (παρέα με το Left Behind) ή αγνοήσατε το ριμάστερ που κυκλοφόρησε το 2014 για το PS4. Το Part I είναι πιστό αντίγραφο του ορίτζιναλ LoU και ένα πανέμορφο ριμέικ, χάρη στη χρήση της μηχανής γραφικών στην οποία βασίστηκε το The Last of Us Part II για το PS4, προσαρμοσμένη, φυσικά, στις δυνατότητες του PS5.
Οι σχεδιαστές του Part I φρόντισαν να ανανεώσουν τον οπτικό τομέα, αναβαθμίζοντας τα μοντέλα των χαρακτήρων (όχι μόνο των πρωταγωνιστών και των δευτεραγωνιστών, αλλά και των κακών), ενώ έριξαν όσο περισσότερα πολύγωνα μπορούσαν στα σκηνικά και τα περιβάλλοντα του παιχνιδιού. Όλα δείχνουν πανέμορφα και καλοσχεδιασμένα, με καινούργιους φωτισμούς, νέες πηγές φωτός και μπόλικες αντανακλάσεις του φωτός, ώστε να μείνουν ικανοποιημένοι οι μερακλήδες ρεϊτρεϊσάδες. Τα μοντέλα των χαρακτήρων είναι καλοσχεδιασμένα και προσεγμένα μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια, ενώ τα καινούργια τους πρόσωπα τούς δίνουν αυτήν την έξτρα εκφραστικότητα που χρειάζονταν για να αποδώσουν με πειστικό τρόπο οποιοδήποτε συναίσθημα. Γι’ αυτό και σάς θερμοπαρακαλώ να δώσετε ιδιαίτερη προσοχή στα μάτια των ηρώων και το πόσα συναισθήματα μπορούν να εκφράσουν μόνο με αυτά. Η δουλειά των σχεδιαστών και η ποιότητα του τελικού αποτελέσματος είναι υψηλού επιπέδου, δίχως την παραμικρή αμφιβολία. Τίποτα λιγότερο από ένα στούντιο που ξέρει να δημιουργεί πανέμορφες εικόνες, σε οποιοδήποτε hardware.
Κατά τ’ άλλα, το παιχνίδι είναι ένα προς ένα ριμέικ του πρωτότυπου The Last of Us και του Left Behind, δίχως να έχουν προστεθεί νέες κινήσεις, ούτε να έχει ανανεωθεί το animation πρωταγωνιστών, δευτεραγωνιστών και λοιπών κακών. Η τεχνητή νοημοσύνη παραμένει η ίδια και δεν έχουν γίνει παρεμβάσεις ώστε οι εχθροί να συμπεριφέρονται όπως οι αντίστοιχοι από το Part II. Ακριβώς τα ίδια ισχύουν και για τους διαλόγους, οι οποίοι είναι όπως ακριβώς τους θυμόμαστε από το ορίτζιναλ LoU. Αν έχετε καιρό να παίξετε το παλιό Last of Us (ή το ριμάστερ του) ενδεχομένως να μην εκτιμήσετε τη δουλειά των σχεδιαστών του ριμέικ, με την πρώτη ματιά. Αντιθέτως, τις διαφορές στον οπτικό τομέα θα τις προσέξετε καλύτερα όταν δοκιμάσετε ξανά το παλιό LoU αφού έχετε δει πρώτα το ριμέικ.
Το Part I φέρνει μια σειρά από επιλογές που το καθιστούν φιλικό απέναντι σε άτομα που αντιμετωπίζουν προβλήματα ακοής και όρασης. Για παράδειγμα, ενεργοποιώντας τις αντίστοιχες παραμέτρους, ο παίκτης μπορεί να γνωρίζει την κατεύθυνση από την οποία έρχονται οι αντίπαλοι όπως και τη θέση τους, καθώς το παιχνίδι παρέχει όλη την απαραίτητη πληροφορία χρησιμοποιώντας ηχητικά σήματα. Σε κάθε περίπτωση, οι σχεδιαστές του παιχνιδιού φρόντισαν ώστε το ριμέικ να είναι απόλυτα προσιτό, όπως ακριβώς έκαναν και στο The Last of Us Part II. Το παιχνίδι διαθέτει ελληνικά μενού και τη ελληνική μεταγλώττιση, η οποία, παρεμπιπτόντως, είναι πάρα πολύ καλή και στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. Σίγουρα, υπάρχουν κάποιες ατάκες και εκφράσεις που ξενίζουν όταν τις ακούς στα ελληνικά, ωστόσο το επίπεδο της δουλειάς που έχει γίνει από τους μεταφραστές, τους σκηνοθέτες και τους ηθοποιούς που δανείζουν τις φωνές στους, είναι άκρως επαγγελματική και ικανοποιητική, πέρα για πέρα.
Αντιθέτως, διά της απουσίας του λάμπει το κομμάτι του παιχνιδιού για πολλούς παίκτες και το οποίο υπήρχε στο πρωτότυπο. Μπορεί η απόφαση αυτή να σχετίζεται το γεγονός ότι η Naughty Dog αναπτύσσει ένα Last of Us αποκλειστικά σχεδιασμένο για multiplayer. Ωστόσο, ουδείς γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους δεν συμπεριλήφθηκε η επιλογή αυτή από το ριμέικ.
Όσο για την απάντηση στην ερώτηση που βρίσκεται στο μυαλό των φίλων της Sony, για το αν αξίζει να ασχοληθεί κανείς με το Last of Us Part I, τα πράγματα είναι πάρα πολύ απλά και ξεκάθαρα. Για τις φίλες και τους φίλους που δεν είχαν τη χαρά να παίξουν τα παλιά παιχνίδια, το ριμέικ έρχεται ως πρώιμο χριστουγεννιάτικο δώρο. Μπορεί να μην είναι το πιο εντυπωσιακό ριμέικ βιντεοπαιχνιδιού που κυκλοφορεί στην αγορά, ωστόσο παραμένει ένας τίτλος που οφείλει να απολαύσει κανείς κάποια στιγμή στη ζωή του, καθώς η εμπειρία που προσφέρει τα LoU και Left Behind είναι ασύγκριτη. Αν έχετε ασχοληθεί με το ορίτζιναλ ή με το ριμάστερ του, το Part I δεν έχει να σάς προσφέρει καμία καινούργια εμπειρία, εκτός κι αν θέλετε απλά να χαζέψετε το αγαπημένο σας παιχνίδι, με καλύτερα γραφικά ή σε περίπτωση που ψάχνατε αφορμή για να επιστρέψετε στον γοητευτικό κόσμο που δημιούργησε η Naughty Dog. Ένα πανέμορφο, αλλά όχι και τόσο απαραίτητο ριμέικ ενός αρτιότατου και άριστου τίτλου που έχει αντέξει στο πέρασμα του χρόνου.