Το Super Mario 3D World κυκλοφόρησε στο Wii U, σε μια περίοδο που η Nintendo έψαχνε να βρει απαντήσεις απέναντι στην αδιαφορία του κοινού και τη διαφαινόμενη εμπορική αποτυχία του νέου συστήματός της. Μάλιστα, κυκλοφόρησε και περίπου την ίδια εποχή με τα λανσαρίσματα των Playstation 4 και Xbox One, οπότε ο τίτλος χρησιμοποιήθηκε και ως αντίπαλο δέος απέναντι σε δύο συστήματα που έφερναν μαζί τους μια νέα γενιά βιντεοπαιχνιδιών. Και ενώ το κοινό ήλπιζε να παίξει κάτι που θα του θυμίσει τις επικές περιπέτειες του υδραυλικού στο Wii με τα Mario Galaxy, το 3D World ελάχιστα θύμιζε εκείνους τους τίτλους, καθώς αποτελούσε μια προέκταση του κόνσεπτ που δοκίμασε η Nintendo στο Super Mario 3D Land. Φυσικά, το Super Mario 3D World δεν κατάφερε ποτέ να γίνει ο τίτλος που θα αναστήσει το Wii U, ένα σύστημα καταδικασμένο να αποτύχει για πολλούς διαφορετικούς λόγους. Ταυτόχρονα όμως, σαν κυκλοφορία δημιούργησε την εντύπωση του «πισωγυρίσματος» για τη σειρά, παρά τις θετικές κριτικές και την εμπορική επιτυχία του, κυρίως γιατί δεν έπραξε το αναμενόμενο, να συνεχίσει δηλαδή στο μοτίβο των Mario Galaxy. Όπως ήταν αναμενόμενο, η Nintendo φρόντισε να επαναφέρει τον τίτλο για να καλύψει τα κενά στο πρόγραμμα των κυκλοφοριών της. Ώρα να δούμε λοιπόν, επτά και κάτι χρόνια μετά, τι είδους παιχνίδι είναι το Super Mario 3D World, απαλλαγμένο πλέον από τα βάρη, αλλά και τις προσδοκίες που συνόδευαν την αρχική κυκλοφορία του.
Η πρώτη μεγάλη διαφορά του Super Mario 3D World σε σχέση με τα αμέσως προηγούμενα, αλλά και τα επόμενα τρισδιάστατα Mario, είναι η… οπισθοχώρηση του στοιχείου της εξερεύνησης. Δεν είμαι σίγουρος αν η απόφαση πάρθηκε στο Super Mario 3D Land λόγω και των περιορισμών του 3DS, αλλά οι σχεδιαστές της Nintendo εγκατέλειψαν το στοιχείο του sandbox που η εταιρεία προσπαθούσε να εξελίξει με όλους τους τρόπους από το Super Mario 64 και έπειτα, και αφοσιώθηκε στο στόχο να μεταφέρει το κλίμα των δισδιάστατων Mario, όσο πιο πιστά γίνεται σε ένα τρισδιάστατο περιβάλλον. Έτσι, το 3D World δεν ενδιαφέρεται καθόλου να αφήσει τον παίκτη να περιηγηθεί στον κόσμο του. Το παιχνίδι διαθέτει έναν περιορισμένο, μονοδιάστατο χάρτη που θυμίζει το Super Mario Bros 3. Αν και συνήθως μπορείς πάντα να επιλέξεις μεταξύ δύο ή παραπάνω διαφορετικών επιπέδων, δεν υπάρχουν τα παρακλάδια που διέθετε για παράδειγμα το Super Mario World του 1991, και το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να πάρεις τα επίπεδα με τη σειρά, για να προχωρήσεις προς το τέλος του κάθε κόσμου. Και τα ίδια τα επίπεδα ωστόσο δεν έχουν καμία σχέση με τις παραδοσιακές, μεγάλες πίστες των περισσότερων τρισδιάστατων Mario. Αντίθετα, τα επίπεδα του 3D World είναι πάρα πολύ μικρά και ακολουθούν μια τελείως διαφορετική φιλοσοφία. Κάθε πίστα διαθέτει μία βασική ιδέα, ένα ξεχωριστό σχεδιαστικό τρικ, μια πρόκληση που έχουν σκεφτεί οι σχεδιαστές, το οποίο και εισάγει στον παίκτη στην αρχή σε μια πιο απλή μορφή, το αναπτύσσει αμέσως μετά με πιο περίπλοκο τρόπο και το φτάνει στο απόγειό του έως το τέλος, ολοκληρώνοντας με τη γνώριμη, παραδοσιακή σημαιούλα των παλιών παιχνιδιών. Μέχρι και η κάμερα δεν είναι ακριβώς ελεύθερη, δεν σε αφήνει να «χαζέψεις» στον ορίζοντα, αλλά επιτρέπει συγκεκριμένες γωνίες, δίνοντας πολλές φορές την αίσθηση πως παίζεις κάτι μεταξύ δισδιάστατου, ισομετρικού, και τρισδιάστατου Mario. Μαζί με την απλοϊκή αισθητική του παιχνιδιού και τη ζωγραφική απεικόνιση των αντικειμένων και των χαρακτήρων στο UI, απευθείας βγαλμένη από τα σκίτσα του Super Mario Bros 3, το παιχνίδι παραπέμπει ξεκάθαρα σε μια πιο απλή, μινιμαλιστική εκδοχή της μασκότ της Nintendo, σε σχέση με τα Galaxy ή το Super Mario Odyssey.
Αυτή η – ας πούμε – λογική σχεδιαστικού «συμμαζέματος» αφαίρεσε ορισμένη από τη λάμψη και το θέαμα που διέθεταν οι προαναφερόμενοι τίτλοι, ωστόσο μόλις ασχοληθείς για λίγο με το Mario 3D World, μπορείς γρήγορα να καταλάβεις και που έχει ωφελήσει. Υπάρχει μια αμεσότητα, μια σπιρτάδα στη δράση του Super Mario 3DWorld, με το κάθε επίπεδο να προσφέρει τη μία δημιουργική ιδέα μετά την άλλη, χωρίς διαλείμματα, στιγμές επανάληψης ή ιδέες που ανακυκλώνονται, που λείπει από τα προαναφερόμενα τρισδιάστατα Mario. Ταυτόχρονα επίσης, το 3D World είναι ο μοναδικός τρισδιάστατος τίτλος της σειράς που επενδύει σε τέτοιο βαθμό στο multiplayer. Το Mario 3D World είναι σχεδιασμένο για να φιλοξενεί έως και τέσσερις παίκτες ταυτόχρονα, αντανακλώντας με τη δυνατότητα επιλογής ανάμεσα στους Mario, Luigi, Peach και Toad, και το δημιουργικό DNA του Super Mario Bros 2. Κάθε χαρακτήρας μάλιστα διαθέτει και από μία ιδιαιτερότητα – ο Luigi μπορεί να πηδάει λίγο πιο ψηλά, ο Toad είναι πιο γρήγορος και η Peach μπορεί να αιωρείται για λίγα δευτερόλεπτα, σε σχέση με τον πιο «κλασικό» χειρισμό του Mario. Το Super Mario 3D World μεταμορφώνεται σε μια παραληρηματική, ξεκαρδιστική εκδοχή του εαυτού του, μόλις προστεθούν περισσότεροι παίκτες. Η δράση γίνεται χαοτική, αλλά παρ’ όλα αυτά, τα περισσότερα επίπεδα μπορούν να υποστηρίξουν χωρίς προβλήματα το τετραπλό παιχνίδι, όχι μόνο από τεχνική, αλλά και από σχεδιαστική σκοπιά. Επίσης, για να είμαι ειλικρινής, την πρώτη φορά που είχα να γράψω κριτική του 3D World, θυμάμαι πως το συνεργατικό παιχνίδι με τον Δημήτρη Τσαμπίρα, μας είχε προσφέρει μια από τις πιο διασκεδαστικές εμπειρίες που είχαμε ζήσει με παιχνίδι πλατφόρμας.
Την ίδια εμπειρία ωστόσο ΔΕΝ είχαμε στη δοκιμή του διαδικτυακού multiplayer του παιχνιδιού, στο Switch. Κώστας Σαρρηκώστας, Σπύρος Ασημάκης, Δημήτρης Τσαμπίρας και ο γράφων, βρεθήκαμε ένα βράδυ να κρατάμε τις κοιλιές μας από τα γέλια, αλλά για τους λάθους λόγους, καθώς βρεθήκαμε σε μια σκηνή όπου οι χαρακτήρες μας κινούνταν με την ταχύτητα του… ενός καρέ το δευτερόλεπτο. Το lag του παιχνιδιού ήταν απαγορευτικό για οποιαδήποτε σοβαρή δοκιμή του multiplayer, το οποίο λειτουργούσε μόνο υπό την προϋπόθεση του διπλού παιχνιδιού – από τρεις και πάνω, απλά… δεν. Δεν είμαι σίγουρος αν εκείνο το βράδυ πέσαμε σε κάποιο τεχνικό πρόβλημα, αλλά και οι επόμενες δοκιμές είχαν τα ίδια αποτελέσματα. Αυτό σημαίνει πως το 3D Worldδεν συστήνεται για διαδικτυακό παιχνίδι, και η μία από τις δύο πολυδιαφημισμένες προσθήκες που φέρνει η κυκλοφορία του Switch, κρίνεται ξεκάθαρα ως αποτυχημένη.
Η δεύτερη προσθήκη ωστόσο είναι άλλη υπόθεση. Το Bowser’s Fury, ένα παιχνίδι – μέσα στο παιχνίδι που μοιάζει να έχει ξεθαφτεί από κάποιο θησαυροφυλάκιο πειραμάτων της Ιαπωνικής εταιρείας, απελευθερώνει τον παίκτη από τους περιορισμούς του πρωτότυπου παιχνιδιού και τον βάζει στο ανοιχτόκοσμο περιβάλλον μιας τεράστιας λίμνης, εκεί όπου τον περιμένουν μικρά νησάκια για να εξερευνήσει, φάροι για να ενεργοποιήσει, και ένας τεράστιος, τερατώδης Bowser που εμφανίζεται σε τακτικά διαστήματα και προκαλεί τον κακό χαμό στον κόσμο, μέχρι που αναλαμβάνεις να του προσφέρεις το αντίπαλο δέος του, έναν γιγάντιο, γατίσιο Mario. Είναι ένα περίεργο, ξέφρενο, πειραματικό mode που μοιάζει να βρίσκεται ανάμεσα σε δύο κόσμους – αυτόν του μινιμαλιστικού 3D World και των ελεύθερων κόσμων του Sunshine και του Odyssey. Παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον και είναι και πάρα πολύ διασκεδαστικό, και με τη διάρκεια του (περίπου πέντε με επτά ώρες) σχεδόν δικαιολογεί και τη συνηθισμένη υπερκοστολόγηση της Ιαπωνικής εταιρείας σε έναν τίτλο που σε λίγο θα κλείσει οκταετία, αλλά μπορείς να αφουγκραστείς σχεδόν πως οι σχεδιαστές της Nintendo δεν ένιωσαν ποτέ σίγουροι ότι μπορούσαν να αναπτύξουν ένα ολόκληρο παιχνίδι με βάση το συγκεκριμένο κόνσεπτ, για αυτό και κατέληξε να συμπληρώνει τη συγκεκριμένη κυκλοφορία.
Όπως και να έχει, το Super Mario 3D World παραμένει ένα από τα πιο ιδιαίτερα τρισδιάστατα Mario που έχουν κυκλοφορήσει ποτέ, και τόσο διαφορετικό σε σχέση με το Odyssey, που συμπληρώνει με τον ιδανικό τρόπο την επική Οδύσσεια της μασκότ της Nintendo, που είδαμε το 2017. Είναι στιγμές που νιώθεις πως το παιχνίδι είναι τόσο επικεντρωμένο στην ουσία αυτής της σειράς – στη χαρά του να χοροπηδάς πάνω σε πλατφόρμες με αυτόν τον χοντρούλη, μυστακοφόρο υδραυλικό – που αναρωτιέσαι αν εδώ έχεις τελικά, την κορυφαία μεταφορά του δισδιάστατου platforming με το οποίο μεγαλώσαμε από τη δεκαετία του ’80 και έπειτα, σε ένα τρισδιάστατο περιβάλλον. Δοκιμάστε το, αν βρείτε την ευκαιρία, και κρίνετε από μόνοι σας.