Η SEGA είναι μία από τις ελάχιστες εταιρείες που ήταν υπεύθυνες για τη δημιουργία βιντεοπαιχνιδιών που ήταν μία κατηγορία από μόνα τους. Παιχνίδια πρωτότυπα, προϊόντα της αχαλίνωτης δημιουργικότητας και της αστείρευτης έμπνευσης των δημιουργών τους, που άφησαν το δικό τους στίγμα στο παγκόσμιο gaming και οδήγησαν τη βιομηχανία σε καινούργια μονοπάτια. Ένα από τα παιχνίδια αυτής της συνομοταξίας, ήταν το Panzer Dragoon, το πρώτο – και μοναδικό – μελαγχολικό σουτεράκι που δημιούργησε η ιαπωνική εταιρεία. Μελαγχολικό με την καλή έννοια – και όχι ως έμμεση αναφορά για την ποιότητά του τίτλου – το Panzer Dragoon δεν ανήκει στην κατηγορία εκείνων των παιχνιδιών η χαμηλή ποιότητα των οποίων προκαλεί μελαγχολία στους κατόχους τους. Είναι μελαγχολικά διότι εστιάζει στην ανθρώπινη μοναξιά και το φόβο για το άγνωστο. Συναισθήματα που δημιουργεί στον άνθρωπο ένας κόσμος άγνωστος, και ολότελα ξένος προς αυτόν. Ένας απέραντος και φουρτουνιασμένος ωκεανός αγωνίας και μοναξιάς, ικανό να πνίξει τον άνθρωπο. Εμπνεόμενοι από τα έργα μεγάλων δημιουργών όπως το Nausicaa of the Valley of the Wind του Χαγιάο Μιγιαζάκι, το κινηματογραφικό Dune του Φρανκ Χέρμπερτ και το Arzack του συγχωρεμένου του Μοέμπιους, το δίδυμο των Γιούκιο Φουτατσούγκι και Μανάμπου Κουσουνόκι, έστησαν ένα κόσμο γοητευτικό και μελαγχολικό.

Πρωταγωνιστής του παιχνιδιού, ένας ανώνυμος και ασήμαντος στρατιώτης της ερήμου, τον οποίο διάλεξε για αναβάτη ο Γαλάζιος Δράκος, ένα μυθικό πλάσμα που η Μοίρα το προόριζε για να φέρει την ειρήνη στον κόσμο. Άνθρωπος και Δράκος προσπαθούν να επιβιώσουν σ’ έναν κόσμο ερημωμένο και αδειανό, όπου κυριαρχούν θανάσιμες οργανικές μηχανές τις οποίες θέλει να θέσει υπό τον έλεγχό της η καικά Αυτοκρατορία, ένας σαθρός οργανισμός από ανθρώπους που διψούν για εξουσία. Ο Γαλάζιος Δράκος και ο βοηθός του, προσπαθούν να εμποδίσουν τον Μαύρο Δράκο της Αυτοκρατορίας από το να προσεγγίσει τον Μαύρο Πύργο που εξουσιάζει τα αρχαία βιολογικά όπλα.
Ειλικρινά, σπάνια συναντάς παιχνίδια που ανήκουν στην κατηγορία των on-rail shooter και διαθέτουν τόσο πλούσια μυθολογία. Η Team Andromeda είχε λάβει το χρίσμα από τη μαμά SEGA για να δημιουργήσει ένα ξεχωριστό τρισδιάστατο σούτερ, το οποίο θα συνόδευε το Saturn στο λανσάρισμά του. Ο τίτλος της ολιγομελούς ομάδας της SEGA κέρδισε την προσοχή του καταναλωτικού κοινού και των κριτικών χάρη στα πανέμορφα τρισδιάστατα γραφικά, την εξαιρετική καλλιτεχνική διεύθυνση, τη μελαγχολική διάθεση και τη δράση τριακοσίων εξήντα μοιρών. Στο Panzer Dragoon, οι εχθροί είχαν ελευθερία κινήσεων, πράγμα που τους έδινε τη δυνατότητα να επιτεθούν στον δράκο από τα δεξιά, τ’ αριστερά, από πίσω και από μπροστά. Ως απάντηση στην υψηλή κινητικότητα των εχθρικών πλασμάτων, ο παίκτης είχε τη δυνατότητα να κινεί την κάμερα προς τις τέσσερις κατευθύνσεις, ώστε να αναχαιτίζει τα ιπτάμενα τέρατα που ήθελαν να βάλουν τέλος στο ταξίδι του Γαλάζιου Δράκου προς τον Μαύρο Πύργο. Η διαδοχική περιστροφή της κάμερας με τη βοήθεια των φτερακίων του χειριστηρίου του Saturn – ως μέσο προστασίας από τους κακούς, ήταν κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή. Με το λέιζερ του ανώνυμου καβαλάρη, τις ριπές του δράκο που εντόπισαν αυτόματα τον αντίπαλο και τη δυνατότητα περιστροφής της κάμερας, ο παίκτης είχε πλέον αρκετές επιλογές κατά τη διάρκεια των αερομαχιών με τα μεταλλαγμένα τέρατα.

Αυτόν τον σχεδόν αρχαίο εκπρόσωπο των τρισδιάστατων rail shooter, ανέλαβε να φέρει στα σύγχρονα συστήματα, η ομάδα MegaPixel Studio, σε συνεργασία με τη Forever Entertainment, και πάντα με τις ευλογίες τις SEGA. Πρώτη και κύρια αλλαγή, ο οπτικός τομέας. Για τις ανάγκες αυτού του ριμέικ, το Panzer Dragoon επανασχεδιάστηκε από την αρχή, έτσι ώστε το παιχνίδι να δείχνει πιο ελκυστικό και σύγχρονο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το πρωτότυπο παιχνίδι της Team Andromeda ήταν λανσαρότιτλος για το Saturn, πράγμα που σημαίνει ότι άνηκε στα πρώιμα τρισδιάστατα παιχνίδια για τα οικιακά συστήματα, προγραμματισμένο με βάση της ιδιαιτερότητες ενός δύστροπου μηχανήματος, όπως ήταν η τριανταδιάμπιτη κονσόλα της SEGA. Το αρχικό Panzer Dragoon ήταν πανέμορφο, ωστόσο ταλαιπωρούταν από συχνότατες πτώσεις των καρέ, ενώ έντονο ήταν το φαινόμενο του pop-up των πολυγώνων κατά την διάρκεια της πτήσης, ακόμα και όταν δεν συνέβαινε τίποτα το συναρπαστικό επί της οθόνης. Ευτυχώς, το Panzer Dragoon: Remake δεν μεταφέρει τα προβλήματα του πρωτότυπου, στη σημερινή εποχή. Με εξαίρεση την τελευταία πίστα, εκεί όπου έχουμε μικρές μεταπτώσεις στην ανανέωση των καρέ, και σε μερικά σημεία pop-up, η δράση παραμένει ομαλή, χωρίς άλλα προβλήματα. Τα τρισδιάστατα μοντέλα όλων των τεράτων και των χαρακτήρων που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, έχουν σχεδιαστεί εκ νέου, με περισσότερη λεπτομέρεια. Το ίδιο ισχύει και για τα περιβάλλοντα των επτά επιπέδων του παιχνιδιού, τα οποία εμπλουτίστηκαν με επιπλέον διακοσμητικά στοιχεία από τους καλλιτέχνες της MegaPixel, ώστε να δείχνουν πιο πλούσια και πιο ζωντανά. Αν και ευπαρουσίαστο, το Panzer Dragoon: Remake δεν μπορώ να πω ότι εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες των σύγχρονων συστημάτων, όσον αφορά τον οπτικό τομέα. Μάλιστα, θα έλεγα ότι σε επίπεδο γραφικών βρίσκεται ένα σκαλί πιο κάτω από το τελευταίο επεισόδιο της σειράς, το εμβληματικό Panzer Dragoon Orta που κυκλοφόρησε το 2002 για το αρχικό Xbox.
Στον τομέα του χειρισμού, ο Δράκος ανταποκρίνεται πλήρως στις εντολές μας και η κάμερα περιστρέφεται με την ιδανική ταχύτητα, έτσι ώστε να μην αποπροσανατολίζει σε κάθε της περιστροφή. Το ριμέικ παίζει το ίδιο καλά με το αρχικό Panzer Dragoon, υιοθετώντας το ίδιο απλό μοντέλο χειρισμού με την έκδοση για το Saturn. Χάρη στο αξιόπιστο σύστημα χειρισμού, οι αερομαχίες με τα ιπτάμενα τέρατα παραμένουν το ίδιο απολαυστικές όσο ήταν και πριν από είκοσι επτά χρόνια, στο Saturn της SEGA. Tο μοναδικό στοιχείο του χειρισμού που χρειάζεται λίγη ώρα για να το συνηθίσει κανείς, είναι το στόχαστρο. Πρόκειται για μία σειρά από τετράγωνα, το ένα μέσα στο άλλο, τα οποία, όμως, ανοίγουν όταν στοχεύουμε μακριά από το κέντρο της οθόνης. Αυτό που πρέπει να έχει κατά νου ο παίκτης είναι ότι από όλα τα τετράγωνα, το μικρότερο είναι αυτό που χρησιμοποιείται για να στοχεύσουμε τον αντίπαλό μας. Εκτός του κλασικού μοντέλο χειρισμού (με τον αριστερό μοχλό ελέγχουμε ταυτόχρονα το δράκο και το στόχαστρο), υπάρχει και η μοντέρνα εκδοχή, η οποία αξιοποιεί και τους δύο μοχλούς του χειριστηρίου. Με τον αριστερό μοχλό ελέγχουμε την κίνηση του δράκου μας, και με το δεξί το στόχαστρο. Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι το ίδιο βολικό με το κλασικό μοντέλο, καθώς το παιχνίδι είχε εξ αρχής σχεδιαστεί για χειριστήριο που είχε έναν και μοναδικό μοχλό κατεύθυνσης. Άλλωστε, το παραδοσιακό μοντέλο λειτουργεί θαυμάσια και είναι το ίδιο αποδοτικό τόσο για την αποφυγή των ριπών που εκτοξεύουν οι αντίπαλοι, όσο και για τη στόχευση των τεράτων.

Το Panzer Dragoon είναι από τα ελάχιστα πρώιμα τρισδιάστατα παιχνίδια που άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου και παραμένει το ίδιο διασκεδαστικό όσο ήταν και πριν από είκοσι επτά ολόκληρα χρόνια. To ριμέικ από τη MegaPixel μάς επιστρέφει πίσω στο μελαγχολικό σύμπαν του πρώτου Panzer Dragoon, διατηρώντας αναλλοίωτα όλα εκείνα τα στοιχεία που έκαναν αυτό το παλαιάς κοπής σούτερ, να ξεχωρίσει. Παρά τη μικρή του διάρκεια (ίσως και κάτω από μία ώρα παιχνιδιού), το PDR ακολουθεί τη σχεδιαστική λογική των παιχνιδιών που παίζαμε στα ουφάδικα (χωρίς να χρειάζεται να το ταΐζετε κέρματα, και χωρίς την απάνθρωπη δυσκολία των παλιών arcade games), μας προσκαλεί να το επισκεφτούμε ξανά και ξανά, για να πετύχουμε το καλύτερο δυνατό σκορ. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα αξιοπρεπέστατο ριμέικ, που, αν και δεν εντυπωσιάζει με τα γραφικά του, μεταφέρει ατόφια την εμπειρία που προσέφερε το παιχνίδι της αείμνηστης Team Andromeda. Πράγμα πολύ ευχάριστο, καθώς με που με κάνει να ανυπομονώ για το ριμέικ του δεύτερου παιχνιδιού της σειράς, από τη MegaPixel.