Δεν συμβαίνει πολύ συχνά… αλλά συμβαίνει. Πάνω που λες «ωραία, τώρα που δεν ζω πια από τη δημοσιογραφία/τις εκδόσεις και έχω την πολυτέλεια να τρέχω ένα site μικρό, αλλά με την εκτίμηση των εταιρειών του χώρου, και δεν υπάρχει πια ανάγκη να αφιερώνω πολύτιμο προσωπικό χρόνο σε παιχνίδια που δεν με ενδιαφέρουν, αφού υπάρχουν παιδιά πρόθυμα που με βοηθάνε»… σκάει το Ghost Recon Breakpoint. Ο Στέλιος; Άφαντος. Κάτι ένα σπασμένο σαγόνι (ή κάτι τέτοιο μου έλεγε, πού να καταλάβω έτσι όπως μιλούσε), κάτι μια μετακόμιση με τη νέα του —και πολύ συμπαθητική— σχέση, τον χάσαμε για αρκετό καιρό. Τώρα, πρόσφατα ήταν που επέστρεψε στην ενεργό δράση, όπως θα είδατε με τα ποδοσφαιράκια και τα νιντεντοπαίχνιδα που πλημμύρισαν ξανά το site. Ο Σπύρος, ο μηχανικός μας; Άφαντος κι αυτός, χαμένος κάπου στη βιομηχανική κόλαση της Κύπρου, να προσπαθεί να βγάλει άκρη με την ανέγερση ενός εργοστασίου που κάποιος είχε στείλει τα λάθος υλικά. Οι υπόλοιποι; Είτε θα μου το έδιναν το review σε κάνα δίμηνο (από τώρα) είτε δεν είχαν Xbox για να χρησιμοποιήσουν τον κωδικό.
Οπότε, δεδομένου του ειδικού βάρους του τίτλου, ο κλήρος έπεσε στον υποφαινόμενο. «Σιγά τα ωά», θα μου πείτε, δεν είναι ότι σε έβαλαν να παίξεις και WWE» (αυτό το πρόλαβα και το έστειλα στον Σπύρο, σςςςς). Κι όμως, κυρίες και κύριοι, αυτό το review είναι πολύ πιο δύσκολο για έναν άνθρωπο που τον παίρνει συνήθως ο ύπνος προτού φτάσει στο «’s» από το «Tom Clancy’s». Αν και ο ίδιος ο Tom έχει αποχωρήσει από τα εγκόσμια εδώ και έξι περίπου χρόνια, έχει αφήσει πίσω του ένα ολόκληρο σύμπαν συνωμοσιολογικής, πολεμικής και κατασκοπικής λογοτεχνίας, η οποία ήταν συναρπαστική τη δεκαετία του ‘90, αλλά τώρα έχει γίνει αρκετά κουραστική, κατά την άποψή μου. Το ίδιο ισχύει σε διάφορες βαθμίδες και για τις ταινίες, τις τηλεοπτικές σειρές και, φυσικά, τα βιντεοπαιχνίδια που κυκλοφορούν με το όνομά του.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι καλά παιχνίδια, βέβαια. Τα Splinter Cell εξακολουθούν να είναι από τα καλύτερα παιχνίδια στο είδος τους, τα Rainbow Six ίδρυσαν στην ουσία το είδος του tactical action για πολλούς παίκτες και τα Ghost Recon ήρθαν κάποια χρόνια αργότερα να προσθέσουν περισσότερο ρεαλισμό και να μεταφέρουν στους παίκτες την εμπειρία του σύγχρονου πολέμου, ο οποίος βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην τεχνολογία και στα χτυπήματα ακριβείας που επιτρέπουν στις υπερδυνάμεις να περιορίζουν τους ενεργούς πολέμους στις γεωγραφικές περιοχές που τους συμφέρουν.
Η πρώτη ένδειξη ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με το νέο Ghost Recon ήταν ότι… έπιασα τον εαυτό μου να περνάει καλά. Για αυτό μπήκα στον κόπο να σας εξηγήσω λίγο τη σχέση μου με αυτά τα παιχνίδια, καθώς αυτό δεν έπρεπε να συμβαίνει κανονικά. Κανονικά, θα έβαζα το παιχνίδι, θα στέναζα λίγο δοκιμάζοντας όλα τα συστήματα και τις τακτικές, θα αγκομαχούσα λίγο παρακολουθώντας την (όποια) ιστορία, θα δυσφορούσα απορροφώντας τη «ρεαλιστική» στρατιωτική ατμόσφαιρα, θα υπέφερα για κάποιες ώρες δοκιμάζοντας το multiplayer και μετά θα καθόμουνα να γράψω ένα ψυχρό, απομακρυσμένο και δυνητικά αντικειμενικό review. Κάτι εντελώς διαφορετικό, τέλος πάντων, από αυτό το βιωματικό κάτι-σαν-review που γράφω τώρα, όπως καταλάβατε.
Ήδη από τις πρώτες στιγμές, το Ghost Recon Breakpoint είναι διαφορετικό από τα παιχνίδια που είχα δοκιμάσει στο παρελθόν (δεν έχω παίξει το Wildlands, σημειωτέον). Πρώτα από όλα, είναι όμορφο, με έναν πολύχρωμο, θεαματικό, ατμοσφαιρικό, αν και κάπως ψυχρό και κλινικό τρόπο που φωνάζει UBISOFT σε μια μέτρια μέρα. Το τροπικό νησί στο οποίο διαδραματίζεται η ιστορία είναι επιβλητικό και πανέμορφο, με μαγευτικά τοπία, υψώματα που κόβουν την ανάσα, εντυπωσιακή βλάστηση, όμορφους φωτισμούς και εφέ μέρας-νύχτας. Το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί και για τα μοντέλα των χαρακτήρων, αλλά αυτό το μειονέκτημα ισοσκελίζεται με τις δυνατότητες παραμετροποίησης που επιτρέπουν στον παίκτη να φτιάξει τον χαρακτήρα του όπως θέλει.
Όσο για την ίδια την ιστορία, είναι ένα κλασικό σενάριο προδοσίας και εκδίκησης με επίκεντρο τον Τζον Μπέρνταλ, έναν από τους αγαπημένους ηθοποιούς της τρέχουσας nerd κουλτούρας μετά από τις εντυπωσιακές, ομολογουμένως, εμφανίσεις του στο Walking Dead και στο Punisher του Netflix. Έχουμε ένα τροπικό νησί στο οποίο αποσύρθηκαν μερικοί από τους κορυφαίους επιστήμονες του κόσμου για να δημιουργήσουν τη δική τους εργαστηριακή ουτοπία, η οποία όμως γίνεται στόχος Τρομοκρατών® που θέλουν να χρησιμοποιήσουν τις τεχνολογίες που σχεδιάστηκαν για να Σωθεί-ο-κόσμος® για τους δικούς τους, ΚΑΚΟΥΣ® σκοπούς. Χαρακτηριστική υπόθεση Τομ Κλάνσι, δηλαδή, η οποία αναπαράγεται με άνεση και χωρίς να είναι ο συγγραφέας εν ζωή.
Το gameplay; Ευχάριστη εξερεύνηση, ευχάριστο shooting, ευχάριστο stealth, ευχάριστο levelling up, ευχάριστη αναβάθμιση των όπλων και του εξοπλισμού του κεντρικού χαρακτήρα σε στυλ RPG… και κάπου εδώ συνειδητοποίησα ότι κάτι δεν πάει καλά. Όχι για εμένα, εγώ περνούσα μια χαρά, αλλά για όσους λατρεύουν αυτή τη σειρά και περιμένουν μια συγκεκριμένη εμπειρία από αυτή. Αν το παιχνίδι έχει γίνει πολύ πιο ελκυστικό για έναν παίκτη που δεν ενθουσιάζεται με τον ρεαλισμό και το «τακτικό βάθος» που υποτίθεται ότι προσφέρει η σειρά, εξακολουθεί να είναι το ίδιο διασκεδαστικό για όσους απολαμβάνουν τη σειρά για αυτό που είναι (ήταν);
Αλλά ακόμα και για εμάς, που μας άρεσε η νέα στροφή που πήρε η σειρά, υπάρχουν μερικά πολύ σημαντικά ερωτήματα/προβληματισμοί: πρώτα από όλα, για όποιον θέλει να παίξει ένα κλασικό «ανοικτόκοσμο» παιχνίδι της UbiSoft ή ένα action RPG νέας κοπής, υπάρχουν πάρα πολλές επιλογές, δεν είναι ανάγκη να ενταχθεί και αυτή η σειρά σε αυτή τη μόδα. Λίγοι μήνες έχουν περάσει από τότε που και η ίδια η UbiSoft κυκλοφόρησε το Division 2, στο κάτω-κάτω. Είναι μια πραγματικά παράξενη, έως και αλλόκοτη απόφαση. Όταν έχεις ήδη στην αγορά ένα παιχνίδι live service που υποτίθεται ότι δεν έχει κάνει τον κύκλο του, ποιος ο λόγος να αλλάξεις τον χαρακτήρα μιας δημοφιλούς σειράς για να δημιουργήσεις μια παρόμοια εμπειρία; Κάποιος καχύποπτος θα έλεγε ότι η ομάδα είχε έτοιμο το καλούπι και το αξιοποίησε κατάλληλα για να εντάξει το παιχνίδι σε μια νοοτροπία ιμάντα παραγωγής. Προσωπικά, όντας πιο καλόπιστος, θα πω ότι κάποιος το παράκανε στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα παιχνίδι που δεν θα ήταν αρεστό μόνο σε ένα συγκεκριμένο (και κατά συνέπεια περιορισμένο) κοινό.
Ακόμα και αν τα ξεπεράσουμε αυτά τα ζητήματα, ο κόσμος του Breakpoint είναι σχετικά άδειος, οι αποστολές σχετικά επαναλαμβανόμενες και η όλη εμπειρία κρέμεται από το co-op για να γίνει διασκεδαστική. Αλλά, μεταξύ μας τώρα, ποιο παιχνίδι που βασίζεται στο co-op δεν είναι διασκεδαστικό με φίλους; Και κατά πόσο είναι αποδεκτή πρακτική για έναν τίτλο ΑΑΑ να απαιτεί από τον παίκτη να μεριμνήσει για τη δική του διασκέδαση, με την ελάχιστη δυνατή προσπάθεια σε σκηνοθεσία και σχεδιασμό; Αν το Breakpoint κυκλοφορούσε σε ένα απομονωμένο περιβάλλον, όπου δεν θα υπήρχαν τα προηγούμενα Ghost Recon ή το Far Cry ή το Division, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Άλλωστε, όπως έγραψα και παραπάνω, το παιχνίδι είναι διασκεδαστικό σε βασικό επίπεδο. Αλλά δεν βρισκόμαστε πλέον στο βασικό επίπεδο, ούτε ως παίκτες, αλλά ούτε και ως βιομηχανία. Και το Breakpoint δείχνει σε μεγάλο βαθμό τι πάει στραβά με τη βιομηχανία.
Όμως υπάρχει και η καλή πλευρά: όλα δείχνουν ότι η εμπορική και κριτική αποτυχία του Breakpoint λειτουργεί ως καταλύτης που θα φέρει μια αλλαγή προσέγγισης στη UbiSoft. Μια αλλαγή που έπρεπε να έχει έρθει νωρίτερα και την καθυστέρησαν μόνο μερικές αραιές στιγμές έμπνευσης και συντονισμού με τον σφυγμό των παικτών. Ολόκληρο το πρόγραμμα κυκλοφοριών της Ubi αλλάζει εξαιτίας ενός τίτλου, λοιπόν. Ήταν αναγκαίο; Πιστεύω πως ναι. Δεν παύει όμως να είναι και μια γενναία απόφαση για μια μεγάλη δημόσια εταιρεία και προσωπικά αυτό μου δίνει ελπίδα.