Η επιτυχία που σημείωσε το Until Dawn, το παιχνίδι τρόμου και – ας πούμε – επιβίωσης που δημιούργησε η Supermassive Games για λογαριασμό της Sony, προέκυψε έπειτα από μία σειρά επιτυχημένων επιλογών και αποφάσεων. Έχοντας ως βάση έναν παλιό ινδιάνικο μύθο, το αμερικάνικο στούντιο έστησε μία υπέροχη ιστορία τρόμου με πρωταγωνιστές μία ετερόκλητη ομάδα νεαρών που αποφάσισαν να περάσουν τις διακοπές τους στα όρη και τ’ άγρια βουνά της αμερικάνικης υπαίθρου. Οι επιτυχημένες επιλογές από μεριάς Supermassive Games είχαν να κάνουν με το γεγονός ότι εκσυγχρόνισε με κομψότατο τρόπο τον παλιό αμερικάνικο μύθο (το ποιος είναι αυτός δεν το λέμε, μήπως και έχει μείνει κανένας άνθρωπας που δεν το έχει παίξει ακόμα το παιχνίδι), έχοντας για πρωταγωνιστές μία χούφτα από καλογραμμένους χαρακτήρες που βασίζονται σε στερεότυπα ηρώων που έχουν εμφανιστεί μέχρι σήμερα σχεδόν σε όλες τις ταινίες εφηβικού τρόμου, οι οποίοι βρέθηκαν μπλεγμένοι σε μία καλογραμμένη ιστορία με ουκ ολίγες ανατροπές. Και φυσικά, έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στη δημιουργία της κατάλληλης ατμόσφαιρας: ο παίκτης ένοιωθε μία μόνιμη απειλή, ένα φόβο δίχως τέλος, στοιχεία που τον κρατούσαν σε εγρήγορση από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό του παιχνιδιού.
Στην περίπτωση του Man of Medan, του πρώτου μέρους της ανθολογίας τρόμου και μυστηρίου The Dark Pictures, η Supermassive Games παραμένει πιστή στη θεματολογία που την καταξίωσε στα μάτια κοινού και κριτικών, ρίχνοντας και πάλι το βάρος στην αφήγηση όπως αυτή διαμορφώνεται από τις αποφάσεις του παίκτη (ή των παικτών – καθώς το Man of Medan διαθέτει και multiplayer), χωρίς όμως να ακολουθήσει ούτε έναν από τους κανόνες που η ίδια έθεσε στο Until Dawn.
Και εδώ έχουμε μία παρέα πέντε νεαρών, καθένας από τους οποίους βασίζεται σε κάποιο από τα γνωστά στερεότυπα που συναντούμε σε ιστορίες μυστηρίου. Έχουμε την ανέμελη κοπέλα, την αινιγματική και δυναμική τύπισσα που θέλει να τα έχει όλα υπό τον έλεγχό της, τον άντρα τον πολλά βαρύ, τον σπασίκλα που ζει στη σκιά του αδερφού του, τον όχι και τόσο έξυπνο αδερφός της ανέμελης πιο πάνω που φορά ένα σένιο καλοκαιρινό πουκαμισάκι. Κι ενώ το παρεάκι βάζει πλώρη για τον εντοπισμό χαμένων ναυαγίων, μία ομάδα πειρατών (κανονικοί και σύγχρονοι, όχι σαν τους παλιούς που κουβαλούσαν παπαγάλους στους ώμους, που περπατούσαν με ξυλοπόδαρα) τους χαλάει τα σχέδια. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, πειρατές και παρεάκι πέφτουν πάνω σε ένα πλοίο φάντασμα, το βομβαρδιστικό Medan τα ίχνη του οποίου αγνοούνται από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα προβλήματα για το παρεάκι ξεκινούν από τη στιγμή που βρίσκονται αιχμάλωτοι μέσα σ’ ένα πλοίο που είναι πράγματι στοιχειωμένο και γίνονται μάρτυρες ανεξήγητων φαινομένων. Από την άλλη, τα προβλήματα για το παιχνίδι και, κατ’ επέκταση για τον παίκτη, ξεκινούν πολύ νωρίτερα, προτού η ομάδα των νεαρών πέσει στα χέρια των πειρατών (σίγουρα όχι από αυτούς που πίνουν της Ταραχής το κρασί).
Το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η νέα πρόταση της Supermassive Games, είναι η γραφή. Είναι ιδιαιτέρα απογοητευτικό το γεγονός ότι ενώ έχουμε ένα παιχνίδι που είναι μικρό σε χρονική διάρκεια (υπολογίστε γύρω στις τέσσερις ώρες κατά το πρώτο πέρασμα), οι σεναριογράφοι του Man of Medan βάζουν τους πρωταγωνιστές να αναλώνονται σε αδιάφορες συζητήσεις, χωρίς ουσία, με συνέπεια να βγάζουν τον παίκτη εκτός κλίματος και να καταστρέφουν την ατμόσφαιρα μυστηρίου και τρόμου που θέλει να δημιουργήσει το παιχνίδι. Είναι εντυπωσιακή η διαφορά φάσης που χωρίζει τους ήρωες της ιστορίας, από τα όσα συμβαίνουν στην οθόνη. Πρωταγωνιστές και πλοκή σπάνια συμβαδίζουν, πράγμα που δημιουργεί αμηχανία έως και χαμόγελο στον παίκτη που παρακολουθεί την πορεία της παρέας από την αρχή μέχρι το τέλος. Οι πέντε νέοι της ιστορίας μας, γίνονται μάρτυρες πολλών άσχημων πραγμάτων, τα οποία, όμως, δεν τους αγγίζουν και τόσο πολύ. Παρά το γεγονός ότι η ζωής τους βρίσκεται μονίμως σε κίνδυνο, οι πέντε ήρωες αντιμετωπίζουν με απάθεια τα όσα κακά τους βρίσκουν. Δεν τους αγγίζει ο φόβος, δεν τους συγκινεί η απώλεια των γύρω τους, δεν ενδιαφέρονται για την όποια υπερφυσική απειλή. Αυτό που πράγματι τους νοιάζει – και αυτό βγαίνει προς τα έξω, είναι να φτάσουν όσο πιο γρήγορα γίνεται στους τίτλους τέλους του Man of Medan. Από τη στιγμή, λοιπόν, που απουσιάζει η όποια συναισθηματική φόρτιση και τα γεγονότα δεν επηρεάζουν τους χαρακτήρες μας, είναι εξαιρετικά δύσκολο να ενδιαφερθεί κανείς για τις τύχες των πέντε ηρώων. Αφού αυτούς δεν τους νοιάζει, εμάς γιατί να μας ενδιαφέρει το ποια θα είναι η κατάληξή τους; Όπως και να ‘χει, ο τρόπος αφήγησης δεν βοηθά την κατάσταση καθώς είναι εντελώς επίπεδος, βαθιά μονότονος, ενώ απουσιάζει αυτό το απρόβλεπτο στοιχείο που είχε το Until Dawn, το οποίο συντηρούσε το μυστήριο και την αγωνία μέχρι το τελευταίο λεπτό.
Η βιασύνη των χαρακτήρων να αντικρύσουν τους τίτλους τέλους, αποτυπώνεται και στη σκηνοθεσία. Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ωρών που διαρκεί η περιπέτεια των πέντε πρωταγωνιστών, θα παρατηρήσετε μία ασυνέχεια κατά τη μετάβαση από το ένα πλάνο στο άλλο, σε ουκ ολίγες σκηνές της περιπέτειας μυστηρίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η συμπεριφορά ενός εκ των πειρατών. Στη μία σκηνή, βλέπεις τον σκληρό πειρατή έτοιμο να σκοτώσει όποιο παιδί σκεφτεί να απελευθερωθεί από τα δεσμά του και στην αμέσως επόμενη, τους αφήνει να κυκλοφορούν χωρίς δεσμά, σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Η μνήμη χρυσόψαρου καλών και κακών της υπόθεσης, είναι ένα από τα κύρια γνωρίσματα του Man of Medan. Πέρα από το μέτριο γράψιμο, η έλλειψη προσοχής στη λεπτομέρεια βλάπτει την ατμόσφαιρα του παιχνιδιού.
Εκεί που το Man of Medan κερδίζει πόντους είναι στο κομμάτι του παιχνιδιού για περισσότερους από έναν παίκτες. Είτε παίζετε μέσω διαδικτύου, είτε με παρέα στο σαλόνι του σπιτιού σας, το παιχνίδι αποκτά ενδιαφέρον και μία άγρια ομορφιά, καθώς η ευθύνη για την τύχη των πέντε πρωταγωνιστών φεύγει από τα χέρια του ενός και μοιράζεται στην παρέα (στην περίπτωση που παίζετε στον ίδιο χώρο) ή στον δεύτερο παίκτη που βρίσκεται στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής. Το multiplayer ευνοεί τη δημιουργία απρόβλεπτων καταστάσεων, κάτι που λείπει από το παιχνίδι για έναν παίκτη.
Το Man of Medan, το πρώτο μέρος της ανθολογίας τρόμου The Dark Pictures, δεν πήρε κανένα μάθημα από το εξαιρετικό Until Dawn. Η πρόχειρη σκηνοθεσία, οι μέτριες ερμηνείες των ηθοποιών που δανείζουν τη φωνή και την όψη τους στους ήρωες του παιχνιδιού, καθώς και οι αδιάφοροι διάλογοι στερούν κάθε υποψία έντασης και αγωνίας, στοιχεία απαραίτητα για μία ιστορία μυστηρίου που σέβεται τον εαυτό της. Οι άνθρωποι της Supermassive Games φαίνεται ότι ξέχασαν την καλή δουλειά που έκαναν στην περίπτωση του Until Dawn, και περιορίστηκαν στη χρηση “φθηνών” και άκυρων jump scares για να τρομάξουν τον κουρασμένο, από τη βαρετή πλοκή, παίκτη. Όχι και η καλύτερη εισαγωγή για μία ανθολογία τρόμου.