Βλέπεις έναν άγνωστο τύπο με κατάλευκα μαλλιά, ο οποίος κυκλοφορεί στους διαδρόμους ενός γοτθικού κάστρου με ένα κόκκινο πανωφόρι και ένα τεράστιο σπαθί στην πλάτη. Φτάνοντας σε μία από τις πολλές αυλές του κάστρου, πέφτει πάνω σε μία δαιμονισμένη υπερμεγέθη μαριονέτα, η οποία κινείται απειλητικά εναντίον του ανώνυμου χαρακτήρα. Και τότε συμβαίνει το εξής μαγικό και αναπάντεχο: λίγο πριν ξεκινήσει την επίθεσή της, ο ατάραχος ασπρομάλλης τραβάει με χάρη το σπαθί του και αφού το σύρει με περίσσιο θράσος στο έδαφος, το φέρνει στο σαγόνι της άτυχης μαριονέτας, εκτοξεύοντάς την στον αέρα. Ο ασπρομάλλης δεν επαναπαύτηκε στο δυνατό χτύπημα που της κατάφερε, και φρόντισε να αδειάσει αρκετές σφαίρες πάνω στη μαριονέτα, πυροβολώντας την όσο εκείνη βρισκόταν ακόμα στον αέρα. Η καημένη η μαριονέτα διαλύθηκε σε χίλια κομμάτια και ο παίκτης μόλις είχε βιώσει μία πρωτόγνωρη παικτική εμπειρία.
Μ’ αυτόν τον εντυπωσιακό τρόπο συστήθηκε στον κόσμο το Devil May Cry. Ο καθένας μπορούσε να εξολοθρεύσει ένα δαίμονα, κανένας όμως δεν το έκανε με το στυλ, τη μαγκιά και τον τρόπο του Dante. Το DMC άλλαξε για πάντα τα παιχνίδια δράσης και έγινε η επιτομή της ποζεριάς, με την Capcom να έχει δημιουργήσει ένα ευέλικτο σύστημα μάχης που έδινε στον παίκτη τη δυνατότητα να θερίζει ορδές δαιμονικών πλασμάτων, με χίλιους δυο τρόπους, πάντοτε με στυλ και φινέτσα. Μετά από δύο εξαιρετικούς τίτλους (Devil May Cry και Devil May Cry 3), δύο παιχνίδια που κανείς δεν θέλει να θυμάται (Devil May Cry 2 και Devil May Cry 4 – παρακαλώ, τώρα μπορείτε να τα ξεχάσετε ξανά), ένα θαυμάσιο αυτόνομο τίτλο από τα χεράκια της Ninja Theory (DmC), το Devil May Cry επιστρέφει με το πέμπτο μέρος με την υπογραφή της Capcom και του Χιντεάκι Ιτσούνο των Capcom vs. SNK 2, Rival Schools, Power Stone, Dragon’s Dogma και, φυσικά, των DMC και DMC3. Πλούσιο βιογραφικό, τεράστια εμπειρία, εγγυημένο αποτέλεσμα – ουπς, σπόιλερ!
Η έλευση ενός δαιμονικού βασιλιά στον κόσμο των θνητών και η μανία του να αφομοιώσει τον πλανήτη μας με τον κόσμο των δαιμόνων, έγινε η αφορμή για να συναντηθούν οι τρεις πρωταγωνιστές του Devil May Cry 5. Ξεκινώντας από τον μεσαίο και ωραίο της παρέας, τον Nero, εξαιτίας ενός ατυχούς συμβάντος, ο πρωταγωνιστής από το Devil May Cry 4 έχασε το καλό του χέρι, το δαιμονικό δεξί (κυριολεκτικά – δεν πρόκειται για σχήμα λόγου), από έναν κακό τύπο αγνώστων στοιχείων που κρατούσε μία μακριά κατάνα. Τυχερός μέσα στην ατυχία του, ο νεαρός κυνηγός δαιμόνων έχει στο πλευρό του την πιστή του βοηθό Nico, η οποία είναι άσος στη μηχανολογία και έχει την ικανότητα να κατασκευάζει κάθε λογής μηχανικά χέρια. Το βιονικό χέρι του Nero είναι αυτό που του χαρίζει σπέσιαλ δυνάμεις και τον κάνει να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές του παιχνιδιού. Ο Nero έχει στη διάθεση του χέρια που παγώνουν προσωρινά τον χρόνο, αφήνοντας έτσι ανυπεράσπιστους τους δαίμονες στο έλεός του, χέρια που δημιουργούν ηλεκτρικές εκκενώσεις τινάζοντας τους πάντες στον αέρα, χέρια που γίνονται πύραυλοι με τα ανάλογα εκρηκτικά αποτελέσματα, μέχρι και χέρια που αναπληρώνουν την υγεία του Nero – γιατί όλο και κάποιο αφεντικό θα τον δυσκολέψει.
Η προσθήκη των χεριών διαφοροποιούν τον Nero από τον Dante. με τον παίκτη να αποκτά πρόσβαση σε μία τεράστια γκάμα κινήσεων ώστε να δημιουργήσει τα δικά του combo. Ο ασπρομάλλης πρωταγωνιστής μπορεί να σφάζει τους δαίμονες με το σπαθί του, να τους πυροβολεί με την πιστόλα του, να τους χτυπάει με το βιονικό του χέρι, να τους τραβάει προς το μέρος του – καθώς κοινό χαρακτηριστικό όλων των μηχανικών χεριών είναι ότι μετατρέπονται σε ενεργειακό λάσο. Η πληθώρα επιλογών που έχει ο παίκτης στα χέρια του, οδηγούν σε εντυπωσιακά combo και κατ’ επέκταση στην άμεση επιβράβευση με ακόμα περισσότερες κόκκινες σφαίρες, οι οποίες είναι απαραίτητες για την εκμάθηση νέων κινήσεων αλλά και τη γενικότερη βελτίωση των στατιστικών του ήρωα. Ωστόσο, για να μην στρέψει το ενδιαφέρον του παίκτη αποκλειστικά στη χρήση του βιονικού χεριού (κάτι που θα περιόριζε και ενδεχομένως να χαλούσε τον τρόπο παιχνιδιού του παίκτη), η Capcom εσκεμμένα μείωσε τη διάρκεια ζωής των βιονικών χεριών. Τα μηχανικά μέλη δεν είναι φτιαγμένα για πολλές χρήσεις, ενώ για να κρατήσει τον παίκτη σε εγρήγορση, το παιχνίδι διαλέγει αυτόματα το σετ που θα κουβαλά μαζί του ο Nero πριν από κάθε νέα αποστολή. Εκτιμώ ότι η συγκεκριμένη σχεδιαστική επιλογή δεν έγινε με σκοπό να περιορίσει τις επιλογές μας. Ίσα-ίσα, έγινε για να αποφύγουμε τη χρήση των ίδιων μηχανικών μοντέλων ξανά και ξανά, γεγονός που θα δημιουργούσε ένα αίσθημα επανάληψης κατά τη διάρκεια της μάχης. Μ’ αυτόν τον τρόπο, θα δοκιμάσουμε όλα τα χέρια, προσαρμόζοντας κάθε φορά το επιθετικό μας παιχνίδι στις ειδικές δυνάμεις που χαρίζουν στον ήρωά μας.
Στην περίπτωση του νεοφερμένου V, τα πράγματα έχουν ως εξής: ο V δεν διαθέτει ούτε τη ρώμη, ούτε την ευχέρεια κινήσεων, ούτε την ταχύτητα που έχουν οι Nero και Dante. Δεν είναι μαχητής, δεν είναι κυνηγός δαιμόνων, είναι ένας εξασθενημένος οργανισμός που με το ζόρι μπορεί να περπατήσει. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν τα καταφέρνει στο πεδίο της μάχης. Χάρη στο μαγικό του βιβλίο, ο V πηγαίνει το επιθετικό παιχνίδι σε άλλο επίπεδο, καθώς τρία δαιμονικά πλάσματα πολεμούν για λογαριασμό του, επιτρέποντας τον ίδιο να παρακολουθεί από μακριά της εξελίξεις, χωρίς να συμμετέχει ενεργά. Με τα πλήκτρα επίθεσης ελέγχουμε τις επιθέσεις του πάνθηρα και του αετού, ενώ με το μοχλό του χειριστηρίου ελέγχουμε την κίνηση του V. Με το που γεμίζει η ειδική μπάρα, γίνεται διαθέσιμο το τρίτο θηρίο, ένα γιγάντιο γκόλεμ που καταστρέφει τα πάντα στο πέρασμά του. Επί της ουσίας, αφήνουμε την επίθεση στα θηρία και εμείς φροντίζουμε να κρατάμε τον V μακριά από τη μάχη, μια και δεν είναι σε θέση να προστατέψει τον εαυτό του, αφού αδυνατεί να εκτελέσει οποιαδήποτε επιθετική κίνηση. Μπορεί ο τρόπος με τον οποίο μάχεται ο V να διαφέρει αρκετά από τον τρόπο που πολεμούν οι Dante και Nero, ωστόσο, τo αποτέλεσμα είναι το ίδιο εντυπωσιακό, καθώς ο συγχρονισμένες επιθέσεις αετού και πάνθηρα μπορούν να προκαλέσουν μεγάλη ζημιά στον αντίπαλο, όσο ο V παρακολουθεί τα τεκταινόμενα από μακριά και με ασφάλεια.
Σε αντίθεση με τον V, ο Dante λειτουργεί καλύτερα όταν βρίσκεται στο σημείο όπου επικρατεί ο πραγματικός χαμός. Μέγας ποζεράς και άριστος μαχητής, ο Dante επιστρέφει στο DMC5 με όλα τα κόλπα και τα ξεχωριστά στυλ μάχης από το Devil May Cry 3, συν ένα ολοκαίνουργιο όπλο σκέτο εφιάλτη για τους δαίμονες. Ταχύς, εκρηκτικός και αποτελεσματικός, με το πάτημα ενός κουμπιού αλλάζει στυλ μάχης στο άψε σβήσε, χωρίς να χαλάει το ρυθμό και χωρίς να χάνει την παραμικρή κίνηση, ενώ μπορεί και χρησιμοποιεί όλο του το οπλοστάσιο κατά βούληση. Χτυπάει πότε με το μεγάλο του σπαθί, πότε με τα μαγικά του κρόταλα, πυροβολεί με τα δύο του πιστόλια και στα καπάκια με την επαναληπτική του καραμπίνα, δημιουργώντας χάος και απίστευτες χορογραφίες. Ο Dante του DMC5, αποτελεί την καλύτερη και πιο διασκεδαστική εκδοχή του αγαπημένου χαρακτήρα που έχουμε δει μέχρι σήμερα. Διαθέτει όλα τα απαραίτητα εργαλεία για να δημιουργήσουμε τα πλέον ευφάνταστα combo, ώστε να απολαύσουμε ένα χορταστικό οπτικό υπερθέαμα.
Το μεγάλο στοίχημα για την Capcom ήταν να δημιουργήσει τρεις ισάξιους χαρακτήρες και μάλιστα χωρίς η παρουσία του φυσικού πρωταγωνιστή της σειράς Dante να υπερκαλύπτει τους V και Nero. Η ιαπωνική εταιρεία όχι απλά κέρδισε το στοίχημα, αλλά το έκανε να φαίνεται σαν να ήταν υπόθεση ρουτίνας. Η ιστορία μας έχει δείξει ότι δεν είναι εύκολο να βάλεις έναν και δύο χαρακτήρες δίπλα σε ένα χαρισματικό και αυτόφωτο ήρωα του βεληνεκούς ενός Dante. Και όμως, η Capcom σχεδίασε με πολλή προσοχή τον τρόπο που πολεμούν οι V και Nero, ώστε να είναι το ίδιο αποδοτικοί, διασκεδαστικοί και εντυπωσιακοί με τον Dante και ταυτόχρονα, διαφορετικοί. Πράγμα εξαιρετικά δύσκολο αν λάβουμε υπόψη ότι ο Dante είναι από τους πληρέστερους και πιο ολοκληρωμένους χαρακτήρες, σε επίπεδο gameplay, που έχουμε δει την τελευταία εικοσαετία σε παιχνίδια δράσης. Αυτός είναι και ο πραγματικός θρίαμβος του καινούργιου Devil May Cry. Ούτε ο εκπληκτικός τομέας, ούτε η ασταμάτητη δράση στα 60 καρέ το δευτερόλεπτο, ούτε το προσεγμένο και φιλικό σύστημα μάχης.
Αντιθέτως, ο σχεδιασμός των επιπέδων μόνο θρίαμβος δεν μπορεί να θεωρηθεί, καθώς αν κρίνουμε από το τελικό αποτέλεσμα, οι άνθρωποι της Capcom έριξαν όλη τους την προσοχή στους τρεις πρωταγωνιστές και ξέχασαν να φροντίσουν τους χώρους μέσα στους οποίους κυκλοφορούν κυνηγοί δαιμόνων και φρικιαστικά πλάσματα που προέρχονται από τον άλλο κόσμο. Ξεχάστε τα υπέροχα γοτθικά σκηνικά του πρώτου παιχνιδιού, τα σουρεαλιστικά αστικά περιβάλλοντα του εξαιρετικού DmC που σχεδίασαν οι ταλαντούχοι σχεδιαστές της Ninja Theory, ακόμα και τα σχεδόν εξωγήινα επίπεδα από το τρίτο επεισόδιο της σειράς. Στο Devil May Cry 5 θα βαρεθείτε να βλέπετε το ίδιο αδιάφορο περιβάλλον να επαναλαμβάνεται μέχρι το τέλος, όπως και τα βαρετά σκηνικά που προέρχονται από τον δαιμονικό κόσμο που κουβάλησε μαζί του ο δαιμονικός βασιλιάς. Με εξαίρεση τη βιβλιοθήκη και ένα κατεστραμμένο θέατρο, τα υπόλοιπα σκηνικά του παιχνιδιού είναι εντελώς αδιάφορα. Η φαντασία και η δημιουργικότητα απουσιάζουν πλήρως σε τούτο τον τομέα. Και είναι κρίμα, διότι η μηχανή γραφικών RE Engine μπορεί να παράγει εντυπωσιακότατα περιβάλλοντα (βλέπε Resident Evil VII και Resident Evil 2).
Αλλά, ας μην κλείσω την παρουσίαση του Devil May Cry 5 με γκρίνιες και παράπονα. Σημασία έχει ότι η Capcom διανύει περίοδο μεγάλης φόρμας και αυτό αποτυπώνεται και στην περίπτωση του DMC5. Η ιαπωνική εταιρεία αντιμετωπίζει με αγάπη και σεβασμό μια σειρά που έφερε την επανάσταση στην κατηγορία των παιχνιδιών δράσης και την φέρνει ξανά στο προσκήνιο, με τον πιο εμφατικό τρόπο. Το Devil May Cry βγαίνει από τη λήθη και επιστρέφει με τρεις ισάξιους πρωταγωνιστές, μία μηχανή γραφικών που θα ζήλευαν πολλές εταιρείες και ένα καταπληκτικό σύστημα μάχης που αποκαλύπτει το μεγαλείο του όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε δύσκολους εχθρούς. Πρόκειται για έναν ύμνο στην ποζεριά με απόδοση SSS.