Οι ηρωικές περιπέτειες του ξανθού Γαλάτη πολεμιστή και του κοκκινομάλλη εύσωμου φίλου του (ας αποφύγουμε χαρακτηρισμούς του τύπου «χοντρός», «παχύς» κ.λπ.) αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για αρκετές προγραμματιστικές ομάδες ανά τον κόσμο. H Konami δημιούργησε ένα εξαιρετικό beat ‘em up με πρωταγωνιστές τους ήρωες που δημιούργησαν οι Ρενέ Γκοσινί και Αλμπέρ Ουντερζό, το οποίο κυκλοφόρησε το 1992, σε όλα τα ουφάδικα. Οι Core Design και Infogrames ακολούθησαν διαφορετικό μονοπάτι και δημιούργησαν δύο θαυμάσια πλατφορμάκια με πρωταγωνιστές τους Αστερίξ και Οβελίξ, για τις δεκαεξάμπιτες κονσόλες των SEGA και Nintendo, αντίστοιχα. Η μετάβαση από τις δύο στις τρεις διαστάσεις δεν τρόμαξε τους ατρόμητους Γαλάτες, οι οποίοι συνέχισαν να μπουφλιάζουν τους κακόμοιρους τους λεγεωνάριους στα Asterix & Obelix XXL και XXL 2 από την αείμνηστη Étranges Libellules. Μπορεί το γαλλικό στούντιο να μας άφησε χρόνους εδώ και επτά χρόνια, ωστόσο, η επίσης γαλλική Microïds, αποφάσισε να αναβιώσει το XXL 2 με σκοπό να προετοιμάσει το έδαφος για την έλευση του ολόφρεσκου Asterix & Obelix XXL 3, το οποίο αναμένουμε προς το τέλος της χρονιάς.
Κατά το ήμισυ, το Asterix & Obelix XXL 2 είναι τρισδιάστατο πλατφορμάκι, άκρως αντιπροσωπευτικό των πλατφορμακίων που παίζαμε κάποτε στα PS2, Gamecube και Xbox, πριν από δεκατρία χρόνια. Σε γενικές γραμμές, πρόκειται για ένα βατό platform, καλοσχεδιασμένο και χωρίς ύποπτα σημεία όπως θανατηφόρα χάσματα ή πλατφόρμες τοποθετημένες σε «άκυρα» σημεία. Ο Αστερίξ και ο Οβελίξ ανταποκρίνονται άψογα στα καθήκοντά τους, καθώς μπορούν και χοροπηδούν με μοναδική χάρη και ακρίβεια, χωρίς να παραπατούν και να γλιστρούν όπως κάποιοι συνάδερφοί τους σε άλλα παιχνίδια – γκουχ – Sonic 2006 – γκουχ. Με συγχωρείτε για το βηχαλάκι. Για να μη φεύγουμε από το θέμα μας, η όποια δυσκολία προκύπτει από τους πολυποίκιλους περιβαλλοντικούς γρίφους που πρέπει να λύσουν οι δύο Γαλάτες, εκμεταλλευόμενοι τις ιδιαίτερες ικανότητές τους. Για παράδειγμα, ο Αστερίξ μπορεί να περάσει μέσα από στενά ανοίγματα, ενώ ο Οβελίξ μπορεί να μετακινεί βαριά αντικείμενα τα οποία εμποδίζουν το δρόμο των δύο ηρώων. Επίσης, υπάρχουν πάμπολλες σπαζοκεφαλιές που απαιτούν τη συνεργασία των δύο τρελών πολεμιστών από τη Γαλατία. Ο Οβελίξ θα κληθεί να ρυμουλκήσει το ξύλινο βαγονάκι πάνω στο οποίο βρίσκεται ο Αστερίξ, ενώ ο κοντοπίθαρος Γαλάτης με το πονηρό βλέμμα, είναι ο μόνος που μπορεί να χειριστεί το μηχανισμό που εκτοξεύει ψηλά τον γοητευτικό λαξευτή και έμπορο μενίρ, ως άλλο βλήμα.
Μελανό σημείο του συγκεκριμένου τμήματος του παιχνιδιού, το διαρκές πισωγύρισμα σε προηγούμενες περιοχές, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα να συμβουλευτούμε κάποιο χάρτη. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να έχουμε το νου μας, ώστε να θυμόμαστε κάθε φορά ποια πόρτα ξεκλειδώσαμε και ποιο διακόπτη ενεργοποιήσαμε για να προχωρήσουμε στην επόμενη περιοχή. Κατά τ’ άλλα, χωρίς να αγγίζει τη σχεδιαστική τελειότητα ενός Super Mario Sunshine (ναι, το είπα, το SMS είναι ένα μικρό σχεδιαστικό έπος), στο κομμάτι του platform, το Asterix & Obelix XXL2, τα πηγαίνει καλά.
Εκεί που μας τα χαλάει, είναι στο κομμάτι του ξύλου και των αναμετρήσεων με τις δυνάμεις του Ιούλιου Καίσαρα. Και αυτό γιατί οι μπούφλες που δίνουν ο Αστερίξ και ο Οβελίξ, στερούνται της απαραίτητης εμβέλειας. Είναι λες και τα χέρια τους είναι δεμένα στο σώμα και το μόνο τμήμα που μπορούν να κουνήσουν είναι από τους αγκώνες και κάτω. Αυτή η αδυναμία αναγκάζει τον παίκτη να έρθει πάρα πολύ κοντά στον αντίπαλο με αποτέλεσμα να μένει εκτεθειμένος στα χτυπήματα από τα ακόντια των λεγεωνάριων. Στην περίπτωση του XXL 2, τα κοντά χτυπήματα του Αστερίξ και του Οβελίξ δημιουργούν πρόβλημα, διότι σε κάθε επίπεδο έχουμε να αντιμετωπίσουμε έναν υπερβολικά μεγάλο αριθμό λεγεωνάριων που βαρούν δίχως έλεος και τους οποίους πρέπει να ξεπαστρέψουμε για να προχωρήσουμε στην επόμενη πίστα. Όταν, λοιπόν, μαζεύονται στην ίδια οθόνη πολλοί λεγεωνάριοι, εκατόνταρχοι και χιλίαρχοι, και όλοι αυτοί οι νοματαίοι σφυροκοπούν τους δύο Γαλάτες, δημιουργείται μία εντελώς δυσάρεστη κατάσταση, ακόμα και για τον παίκτη που έχει «φάει με το κουτάλι» τα beat ‘em up.
Ένα δεύτερο παράπονο που έχω από το XXL 2 στον τομέα αυτό, έχει να κάνει με τον Οβελίξ. Ο γοητευτικός, κοκκινοτρίχης Γαλάτης δεν έχει καμία διαφορά από τον Αστερίξ, εν ώρα μάχης. Έχουν ακριβώς την ίδια δύναμη, όπως και την ίδια αντοχή στα αντίπαλα χτυπήματα. Μα, τι στο καλό, δεν έπεσε μέσα στη χύτρα με το μαγικό ζωμό, όταν ήταν μικρός; Μήπως έχει δίκιο που επιμένει να δοκιμάσει εκ νέου το μαγικό ζωμό; Τέλος πάντων, για να ολοκληρώσω το τμήμα με τα παράπονα, έχω να προσθέσω ότι η τεχνητή νοημοσύνη των δύο Γαλατών (το παιχνίδι μας επιτρέπει να αλλάζουμε μεταξύ των δύο ανά πάσα στιγμή) δεν καταφέρνει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Ενώ μπορεί να επικρατεί πανικός στο πεδίο της μάχης, η φιλική ΑΙ δεν δείχνει να συγκινείται ιδιαίτερα, με αποτέλεσμα να συμμετέχει παρά ελάχιστα στο ξύλο και το γενικότερο χαμό. Έτσι, μένουμε μόνοι μας απέναντι στις λεγεώνες του Ιούλιου Καίσαρα, με μόνη ελπίδα ότι θα πιάσει τόπο το ανελέητο button mashing, μια και η φιλική ΑΙ δεν έχει τη διάθεση να βοηθήσει στα δύσκολα.
Αφήνοντας τα του πρωτότυπου παιχνιδιού και περνώντας στα του ριμάστερ, η επίσης γαλλική OSome Studio, ανανέωσε και φρέσκαρε σε ικανοποιητικό βαθμό το παλιό XXL2 που κυκλοφόρησε για τα συστήματα της προ-προηγούμενης γενιάς. Οι Γάλλοι καθάρισαν την εικόνα, τόνισαν τα χρώματα, έκαναν τον XXL2 ακόμα πιο όμορφο και φωτεινό και έκαναν πιο «γλυκές» τις γωνίες των πολυγωνικών χαρακτήρων. Η συνολική εικόνα που παρουσιάζει το ρετουσαρισμένο XXL2, είναι άκρως ικανοποιητική.
Δεν θέλω να κρύβομαι πίσω από το δάχτυλό μου. Τα θεματάκια του τα έχει το Asterix & Obelix XXL 2 και αυτό είναι ένα γεγονός που δεν μπορώ να παραβλέψω. Οι μάχες – ειδικά όταν τα βάζουμε με πολλούς Ρωμαίους – καταντούν επαναλαμβανόμενες και αρκετά κουραστικές, ενώ δεν βοηθά ιδιαίτερα το απλοϊκό σύστημά μάχης, ούτε ο περιορισμένος αριθμός των διαθέσιμων κινήσεων. Από την άλλη, όμως, και παρά τα θεματάκια του, παραμένει ένα διασκεδαστικό παιχνίδι, ικανό να φέρει το χαμόγελο στα χείλη στους φίλους του Αστερίξ. Οκ, μπορεί να μην πιάνει την καλύτερη θέση στο παραδοσιακό γαλατικό τσιμπούσι, ωστόσο δεν είναι τόσο κακό ώστε να το αφήσουμε δεμένο και φιμωμένο, παρέα με τον Κακοφωνίξ, σε μία άκρη.
Τι ωραίο!